Στο μεγάλο βιβλίο του ελληνικού τραγουδιού ο Στέλιος Καζαντζίδης δεν αποτελεί απλώς ένα κεφάλαιο αλλά ένα μεγάλο μέρος του. Με αξεπέραστους στίχους και μελωδίες που αναδύονται από τα σπλάχνα της κοινωνίας, παραμένει μέχρι και σήμερα παρών: όχι ως θύμηση, αλλά ως μια ζωντανή αλήθεια.
Το νέο βιβλίο-αφιέρωμα του Κώστα Μπαλαχούτη με τίτλο Στέλιος Καζαντζίδης. Δεν με σβήνει κανένας (Εκδόσεις Ινφογνώμων), επιχειρεί κάτι δύσκολο αλλά εξαιρετικά ενδιαφέρον: να αποτυπώσει με ακρίβεια και συναίσθημα το φαινόμενο «Καζαντζίδης».
Γιατί, τόσα χρόνια μετά την αποχώρησή του από τη ζωή και τη σκηνή, η φωνή του εξακολουθεί να στοιχειώνει την καθημερινότητά μας; Ποια στοιχεία του χαρακτήρα του εξηγούν τις θρυλικές του συγκρούσεις με εταιρείες και επιχειρηματίες; Ποιο ήταν το τίμημα των σιωπών του, των αποχωρήσεών του από τα φώτα, ακόμα και στα καλύτερά του χρόνια; Γιατί όλοι οι ομότεχνοί του, παλαιότεροι και νεότεροι, υποκλίνονται στο χάρισμά του; Ποια ήταν τα δομικά στοιχεία του χαρακτήρα του, ποια τα παράπονα, οι σκέψεις και οι επιδιώξεις του;
Όπως γράφει και η Χάρις Αλεξίου στον πρόλογο του βιβλίου: «Ο Καζαντζίδης ανασαίνει αέρα, γοητεία και συγκίνηση και εκπνέει τον απόλυτα στρογγυλό ήχο. Ρουφάει τη μιζέρια και την επιστρέφει ως ομορφιά του ήχου».
Ο συγγραφέας, που γνώριζε προσωπικά τον τραγουδιστή και στον οποίο ο Καζαντζίδης είχε εμπιστευθεί σκέψεις, συνεντεύξεις και ποιήματά του, συνθέτει ένα πολύπλευρο πορτρέτο του αείμνηστου βάρδου. Στο βιβλίο συναντώνται μαρτυρίες συνεργατών και φίλων, καταγεγραμμένες συνομιλίες με σύγχρονους καλλιτέχνες, αλλά και σπάνιο αρχειακό υλικό που συνέλεγε ο Κώστας Μπαλαχούτης μεθοδικά και με ιδιαίτερη επιμέλεια εδώ και δεκαετίες.
Ένα πλεονέκτημα του βιβλίου είναι η ολοκληρωμένη παρουσίαση της δισκογραφίας του Καζαντζίδη – στις 78,45 και 33 στροφές αλλά και του σπάνιου αρχειακού υλικού. Παράλληλα, το έργο-αφιέρωμα δίνει «φωνή» και παρουσιάζει όλες εκείνες τις αντιφάσεις που τον ακολουθούσαν: η σχέση του με τη δόξα, η αποστροφή του προς τα νυχτερινά κέντρα, η επιμονή στην καθαρότητα του ήχου και της ψυχής.
Εκείνο που ωστόσο καθιστά το συγκεκριμένο βιβλίο, ένα πολιτιστικό ντοκουμέντο, μια μουσική διαθήκη και όχι απλώς μια βιογραφία είναι πως ο διακεκριμένος ερευνητής του ελληνικού τραγουδιού –με την πλούσια συγγραφική δραστηριότητα– δεν προσεγγίζει τον Καζαντζίδη ως ένα απλός μελετητής, αλλά ως ένας άνθρωπος που τον έχει γνωρίσει από κοντά.
Με σεβασμό αλλά και με κριτική ευαισθησία, ο συγγραφέας καταγράφει για πρώτη φορά με τόση πληρότητα και τεκμηρίωση τη συνολική πορεία του Καζαντζίδη, φωτίζοντας άγνωστες πτυχές της ζωής και της καριέρας του και επιτρέποντας μας να ρίξουμε μια ματιά στον άνθρωπο πίσω από το θρύλο.
Δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε πως πρόκειται για ένα έργο-αναφορά για τον Στέλιο Καζαντζίδη που αξίζει να διαβαστεί από παλιούς και νέους, από θαυμαστές και ερευνητές, από όσους αναζητούν όχι μόνο τη φωνή, αλλά κυρίως την ψυχή του λαϊκού τραγουδιού.