Η επίσημη αναφορά του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών (ΠΣΕ) στη Γενοκτονία των Ποντίων συνιστά μια ιστορική τομή όχι μόνο για το ζήτημα της συλλογικής μνήμης αλλά και για τον ρόλο που καλούνται να παίξουν οι μη κρατικοί θεσμοί στη διεθνή σκηνή. Σε μια εποχή κατά την οποία ο ΟΗΕ αδυνατεί να αποτρέψει μαζικές σφαγές και τα κράτη-μέλη του διεθνούς συστήματος χειραγωγούν την Ιστορία κατά το δοκούν, η φωνή του ΠΣΕ αποκτά βαρύτητα που υπερβαίνει τα εκκλησιαστικά όρια.
Η Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου, παρά τις επανειλημμένες προσπάθειες αναγνώρισής της από διάφορες χώρες και οργανισμούς, εξακολουθεί να αποτελεί ταμπού στη διεθνή διπλωματία, κυρίως λόγω των αντιδράσεων της Τουρκίας. Το ότι ένας διαχριστιανικός οργανισμός με παγκόσμια απήχηση και έδρα τη Γενεύη επιλέγει να μιλήσει για τη γενοκτονία αυτή, και μάλιστα στο ίδιο κείμενο όπου καταδικάζεται η παράνομη κατοχή της Κύπρου, αποτελεί ισχυρή πράξη αντίστασης απέναντι στη διπλωματία της λήθης.
Η Εκκλησία της Ελλάδος, με την πρότασή της προς την Επιτροπή Διεθνών Υποθέσεων του ΠΣΕ, επιβεβαιώνει ότι η μνήμη δεν είναι ζήτημα μόνο ιστορικής καταγραφής, αλλά και πράξη πολιτικής αντίστασης, πολιτισμικής επιβίωσης και ηθικής ευθύνης. Η ομόφωνη αποδοχή της πρότασης δείχνει επίσης ότι οι λαοί της Ανατολής δεν είναι μόνοι τους στην υπεράσπιση της ιστορικής αλήθειας.
Από τη Γάζα μέχρι το Σουδάν και από την Ουκρανία μέχρι το Ναγκόρνο-Καραμπάχ, η αποτυχία των διεθνών θεσμών να επιβάλουν τη νομιμότητα είναι πλέον κραυγαλέα. Η δήλωση του ΠΣΕ είναι κόλαφος για τον ΟΗΕ και ιδίως για το Συμβούλιο Ασφαλείας, το οποίο χαρακτηρίζεται «παντελώς ανεπαρκές και αναποτελεσματικό» στην αποτροπή και επίλυση συγκρούσεων. Είναι η πρώτη φορά που θεσμός αυτού του βεληνεκούς, με εκκλησιαστικό μανδύα αλλά πολιτικό λόγο, μιλά τόσο ξεκάθαρα για τη θεσμική απονομιμοποίηση της διεθνούς αρχιτεκτονικής ειρήνης.
Σε μια εποχή όπου η κρατική διπλωματία αποδεικνύεται συχνά δουλική απέναντι στις μεγάλες δυνάμεις, η παρέμβαση της Εκκλησίας λειτουργεί σαν ηθικό αντίβαρο.
Είναι χαρακτηριστικό ότι οι θέσεις του ΠΣΕ για το Ισραήλ, τη Μιανμάρ και το Ναγκόρνο-Καραμπάχ είναι πιο θαρραλέες και πιο συνεπείς με το διεθνές δίκαιο από αυτές πολλών κυβερνήσεων.
Η Εκκλησία, ειδικά στις Ορθόδοξες παραδόσεις, έχει μακρά ιστορία παρεμβάσεων σε ζητήματα εθνικής και διεθνούς πολιτικής. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο, για παράδειγμα, αποτελεί παράδειγμα «ήπιας ισχύος» που διατηρεί θεσμική παρουσία και λόγο σε κρίσιμες γεωπολιτικές ισορροπίες — από τα Βαλκάνια μέχρι την Ουκρανία. Το ΠΣΕ, παρότι δεν έχει διοικητική εξουσία, αναδεικνύεται σε βήμα έκφρασης μιας διαθρησκειακής διπλωματίας που μπορεί να λέει όσα αποφεύγουν να πουν οι κυβερνήσεις.
Η ισχύς της Εκκλησίας δεν βρίσκεται στο χρήμα ή στα όπλα, αλλά στην αξιοπιστία της ως θεσμού που (τουλάχιστον θεωρητικά) υπερασπίζεται την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, την ειρήνη και τη δικαιοσύνη. Σε έναν κόσμο όπου η έννοια της «διεθνούς κοινότητας» καταρρέει, η Εκκλησία ενδέχεται να αναδειχθεί ως ένα από τα ελάχιστα δίκτυα παγκόσμιας συνοχής.
Το ερώτημα που προκύπτει εύλογα είναι: γιατί τώρα αυτή η αναφορά; Η απάντηση ενδέχεται να σχετίζεται με την αυξανόμενη ανασφάλεια σε παγκόσμιο επίπεδο, την επανεμφάνιση εθνικισμών, τη στρατιωτικοποίηση των διεθνών σχέσεων και την κατάρρευση της εμπιστοσύνης στους διεθνείς οργανισμούς. Σε αυτό το τοπίο, οι εκκλησιαστικοί θεσμοί ίσως να βλέπουν μια νέα αποστολή: να αναλάβουν τον ρόλο της συνείδησης της ανθρωπότητας –ή έστω της υπενθύμισης ότι κάποτε υπήρχε κάτι σαν παγκόσμια ηθική τάξη.
Η Εκκλησία της Ελλάδος, από την πλευρά της, φαίνεται να επιδιώκει να διαδραματίσει αναβαθμισμένο ρόλο όχι μόνο στο εσωτερικό, αλλά και στην ευρωπαϊκή και διεθνή σκακιέρα. Σε ένα περιβάλλον όπου το υπουργείο Εξωτερικών συχνά ακολουθεί τα γεγονότα αντί να τα διαμορφώνει, η Εκκλησία δείχνει ότι έχει και φωνή και στρατηγική.
Η Γενοκτονία των Ποντίων, των Αρμενίων και των Ασσυρίων δεν αφορά μόνο τους απογόνους των θυμάτων. Είναι ζήτημα διεθνούς δικαίου, ιστορικής ευθύνης και πολιτισμικής επιβίωσης. Όσο οι γενοκτονίες αυτές δεν αναγνωρίζονται καθολικά, η Ιστορία παραμένει ανοιχτή σε επαναλήψεις.
Το ΠΣΕ με τη στάση του όχι μόνο αναγνωρίζει, αλλά καλεί σε δράση. Όχι μόνο μνημονεύει, αλλά εντάσσει τη μνήμη σε μια ηθική και πολιτική πρόταση. Η Εκκλησία, παρά τις αντιφάσεις και τα λάθη της, μπορεί ακόμη να λειτουργήσει ως φάρος όταν οι επίσημοι θεσμοί σβήνουν τα φώτα.