Μια από τις εθνικές τραγουδιστικές νευρώσεις είναι και η διεθνή καριέρα, των Ελλήνων τραγουδιστών. Μια ιστορία που χρονολογικά αρχίζει, από την αυγή του 20ού αιώνα, με τις μετακινήσεις των προσφύγων και φτάνει μέχρι τις μέρες μας, όταν την ώρα που μια φέρελπις τραγουδίστρια προσπαθεί να παρκάρει σ’ ένα ξεχασμένο εμπορικό κέντρο, ένα ακόμα πιο ξεχασμένο ιντερνετικό ραδιόφωνο, παίζει ένα τραγούδι της. Αυτό και αν είναι εντελώς ξεχασμένο…
Κακά τα ψέματα η χώρα μας δεν είχε να ζηλέψει από φωνές και δημιουργούς. Απλά στο εξωτερικὀ η επιτυχία θέλει τρέξιμο μαζί με τον μανατζερ και σωστή γνώση της αγοράς. Όλα αυτά μας οδηγούν στο κάλλιο πρώτος στο χωριό παρά δεύτερος στη Ρώμη.
Εντούτοις ο Τζίμης Μακούλης έκανε σπουδαία καριέρα στα 60s στις γερμανόφωνες χώρες ενώ πέρασε και από Αμερική.
Από το Κέιπ Τάουν στην κορυφή της Ελλάδας
Ιστορικά, ο Τζίμης Μακούλης ήταν ο πρώτος Έλληνας τραγουδιστής που εμφανίστηκε στον διαγωνισμό της Eurovision. Συγκεκριμένα εκπροσώπησε την Αυστρία το 1961. Και μπορεί να τερμάτισε στις τελευταίες θέσεις, αλλά αυτό ουδόλως επηρέασε την καριέρα του στις γερμανόφωνες χώρες που ήταν μεγάλος σταρ.
Η καριέρα στη Γερμανία ξεκίνησε από μια σύμπτωση. Και εκτός των άλλων προέκυψε έρωτας και γάμος με Γερμανίδα και κουμπάρο τον Paul Anka. Πριν από τη διεθνή καριέρα, είχε προηγηθεί η ελληνική. Δεν θα ήταν υπερβολή, να λέγαμε ότι ο Μακούλης ήταν ο πρώτος μεταπολεμικός ποπ σταρ της χώρας μας.
Ο πατέρας του ήταν Έλληνας διπλωμάτης στο Κέιπ Τάουν. Εκεί γεννήθηκε και ο τραγουδιστής τον Απρίλιο του 1935. Μέσα στον πόλεμο, η οικογένεια Μακούλη έρχεται στην Ελλάδα για λίγο, μεταναστεύουν στην Κύπρο και λίγο μετά τον πόλεμο επιστρέφουν στη χώρα μας.
Από μικρός ο Δημήτρης έδειξε την αγάπη του για το τραγούδι. Μάλιστα είχε σχηματίσει με τα τέσσερα αδέρφια του, μια μπάντα. Όπου και ξεχώρισε. Το 1949 αρχίζει η καριέρα του, αρχικά από το βαριετέ Αλκαζάρ του Ορέστη Λάσκου, στον Σταθμό Λαρίσης. Μέντορες του ήταν ο Λάσκος και ο Ρουμάνος μαέστρος Γιώργος Κορολόγος, που τότε εργαζόταν στη χώρα μας. Ειδικά ο δεύτερος τον σύστησε στη δισκογραφική εταιρεία ODEON-PARLOPHON του Μίνωα Μάτσα.
Βρισκόμαστε στα τέλη ’40, αρχές ’50. Η Ελλάδα ονειρεύεται ένα νέο κόσμο, χωρίς πόλεμο, ενώ λαμβάνει, έστω και λίγες πληροφορίες για το τι γίνεται στο εξωτερικό. Η νέα φουρνιά των Ευρωπαίων και Αμερικανών ποπ σταρ, λίγο πριν από την έκρηξη του ροκ εντ ρολ.
Ο Μακούλης εκτός από την υπέροχη φωνή του, διέθετε και μια άψογη αρρενωπή εμφάνιση, που αμέσως κατέκτησε όλο το γυναικείο πληθυσμό της χώρας. Κάθε του εμφάνιση αποτελούσε γεγονός και κάθε του δίσκος μια μεγάλη εμπορική επιτυχία.
Αναμφισβήτητα ήταν ο «αδιαφιλονίκητος σταρ» της εγχώριας μουσικής βιομηχανίας.
Μέχρι το 1954 ηχογράφησε περισσότερους από 30 δίσκους γραμμοφώνου 78 στροφών και ερμήνευσε τραγούδια από τους σημαντικότερους δημιουργούς της εποχής.
Sprechen Deutsch (σπρέχεν ντοϊτς;)
Το 1954 ο Τζίμης Μακούλης θέλοντας ν’ ανοίξει τα φτερά του για μια διεθνή καριέρα αποφασίζει να ταξιδέψει στη Γερμανία, αφού είχε ήδη προτάσεις. Την επόμενη χρονιά, το 1955, και τον Μάιο του 1955 εκπροσωπεί την Ελλάδα σε Πανευρωπαϊκό φεστιβάλ τραγουδιού και κερδίζει το Α΄ βραβείο με τη σύνθεση του Γιώργου Μουζάκη «Τσίκα-τσίκα μπουμ».
Η Γερμανία τον περιμένει, όμως το πρόβλημα του ήταν ότι δεν γνώριζε τη γλώσσα. Έτσι παράλληλα με τις εμφανίσεις του, κάθεται ξανά στα θρανία. Αυτήν την φορά για να μάθει γερμανικά. Αφού έμαθε άπταιστα τη γλώσσα, ξεκίνησε να ηχογραφεί δίσκους, να εμφανίζεται σε τηλεοπτικά σόου, να δίνει κονσέρτα και να γυρίζει ταινίες. Μέσα σε λίγο χρονικό διάστημα είχε κατακτήσει όχι μόνο τη Γερμανία, αλλά και έτερες γερμανόφωνες χώρες όπως η Αυστρία που γράφουμε και πιο πάνω.

Υπολογίζεται ότι έχει εκατομμύρια πωλήσεις δίσκων, κλαμπ φανατικών οπαδών του που κάθε χρόνο εκλέγουν μια κοπέλα που φέρει τον τίτλο «Μις Μακούλις», κοντσέρτα, τηλεοράσεις, νέες επιτυχίες σε 12 γλώσσες. Η διάρκεια της καριέρας του, στη Γερμανία φτάνει μέχρι το 1990 όπου παίρνει το τελευταίο του Α΄ βραβείο στο Φεστιβάλ Γερμανικού τραγουδιού για τα 40 χρόνια με το «Κιθάρες παίζουν μες τη σιγαλιά».
Εντός και εκτός
Στη διάρκεια της καριέρας του πέρασε και από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού, στις ΗΠΑ. Εκεί μάλιστα ανοίγεται και σε τζαζ ρεπερτόριο. Οι κριτικές μιλάνε για το «Ελληνόπουλο με την χρυσή φωνή» και δεν είναι λίγοι αυτοί που υποστηρίζουν ότι εάν έμενε στις ΗΠΑ, μπορεί και να πήγαινε ακόμα καλύτερα. Μόνο που η καρδιά του χτύπαγε στη Γερμανία όπου ήταν η σύζυγός του Βερόνικα Μόνικα. Παντρεύονται με κουμπάρο τον Paul Anka και αποκτούν δυο παιδιά.

Το 1980 στέλνει τραγούδι για την Eurovision, όμως δεν περνάει στην τελική δωδεκάδα. Και ύστερα από μια δεκαετία το 1990 στέλνει έτερο τραγούδι για τον διαγωνισμό. Όμως ούτε και αυτή την φορά ήταν τυχερός. Ευγενέστατος, σικάτος, διακριτικός ο Τζίμης Μακούλης έζησε μια ήρεμη ζωή, με τη γυναίκα και τα δύο παιδιά τους. Άφησε την τελευταία του πνοή την 28η Οκτωβρίου 2007, στα 72 του. Λίγο λησμονημένος, από τους Έλληνες, γιατί το είδος τραγουδιού που δόξασε, εξαφανίστηκε βίαια από τη χώρα μας.

Αλλά όσοι γνωρίζουν την καριέρα του δεν θα τον ξεχάσουν ποτέ.
Σπύρος Δευτεραίος
















