Από τις αξέχαστες στιγμές που διηγόταν ο Γιάννης Μιχαλόπουλος, ήταν οι πολλές φορές που τον σταματούσε ο κόσμος στον δρόμο. Και όχι μόνο για να τον χαιρετήσει και να του εκφράσει το θαυμασμό του, που ήταν και φυσιολογικό, αλλά και να του ζητήσει νομικές συμβουλές. Μερικοί μάλιστα του εξέθεταν τα προβλήματα που αντιμετώπισαν με τη δικαιοσύνη. Ενέργεια που μπορεί μεν να τον έκανε να νιώθει περίεργα καθώς είχε ακούσει από τις πιο αστείες μέχρι τις πιο δραματικές υποθέσεις, αλλά και που έδειχνε πόσο ο κόσμος τον θεωρούσε δικό του άνθρωπο. Και ας μην τον γνώριζε καθόλου. Τι καλύτερο και κολακευτικό για έναν ηθοποιό εκείνης της εποχής,
Και μπορεί ο Μιχαλόπουλος να μην έκανε εξώφυλλα ή να απασχολούσε τον κόσμο με τη ζωή του και πέραν του έργου του, αλλά ήταν από τις πιο αγαπημένες περσόνες στα χρόνια της τηλεοπτικής αγνότητας. Και αυτό δεν το είχαν καταφέρει πολλοί.
Ένας ηθοποιός κλειδί
Γεννήθηκε σαν σήμερα, το 1927, και μεγάλωσε στην Αθήνα, μεταξύ Εξαρχείων και Μετς. Σύμφωνα με διηγήσεις του, μικρός ήθελε να γίνει δεσπότης! Είχε φτιάξει με τα χέρια του και μια μακέτα εκκλησίας, που όμως μια μέρα του ήρθε στο κεφάλι και τον τραυμάτισε ελαφρά. Ο Γιάννης πείσμωσε: «Δεν ήθελε ο Θεός να βάλω ράσο», είπε και ξέχασε το σχήμα. Παρόλα αυτά τού έμεινε η έφεση στα καλλιτεχνικά και στη θεατρική του πορεία επιμελήθηκε πολλά σκηνικά.
Ξεκίνησε να εργάζεται ως εκφωνητής ραδιοφώνου, έχοντας στα συν του την άψογη γνώση των ελληνικών και μια θαυμάσια άρθρωση. Και αυτή του φάνηκε χρήσιμη στην πορεία. Και εκεί, στο τέλος της δεκαετίας του ’40 παίρνει τη μεγάλη απόφαση και αρχίζει να σπουδάζει την υποκριτική τέχνη. Το 1951 αποφοίτησε από τη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου. Την ίδια χρονιά έκανε την πρώτη του επίσημη εμφάνιση στο θέατρο το 1951, ερμηνεύοντας τον «Οκτάβιο» στην κωμική παράσταση Οι περίεργες γυναίκες, του Κάρλο Γκολντόνι
Ξεκινάει λοιπόν η πορεία του στο θέατρο και γίνεται όχι μόνο από τους καλύτερους ρολίστες, αλλά και από τους πιο αγαπητούς ηθοποιούς στο χώρο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι πως όταν έπαιζε στο θίασο Έλλης Λαμπέτη-Δημήτρη Χορν, συνδέθηκε μαζί τους με βαθιά φιλία αλλά και κουμπαριά. Ήταν το μυθικό καλλιτεχνικό ζευγάρι αυτοί που θα τον πάντρευαν με τη γυναίκα της ζωής του, την Ελένη. Γιάννης και Ελένη πέρασαν όλη τους τη ζωή μαζί και απέκτησαν μια κόρη. Θα τους χώριζε μόνο ο θάνατος εκείνης τρία χρόνια πριν πάει να τη συναντήσει κι εκείνος.
Και μπορεί Λαμπέτη -Χορν να χώρισαν, αλλά το ζευγάρι Μιχαλόπουλου έμειναν φίλοι με την κορυφαία ηθοποιό. Και όχι μόνο μαζί της. «Θυμάμαι την εποχή της 7ετίας που ζήσαμε δύσκολες στιγμές στο θέατρο και την περίοδο του Πολυτεχνείου, ο Γιάννης με συνόδευσε στο σπίτι μου με κίνδυνο της ζωής μας, με πήγε στα Εξάρχεια που έμενα. Τότε είχαμε τα παιδιά μας μωρά. Δεν θα το ξεχάσω ποτέ», είχε εξομολογηθεί η Κατερίνα Γιουλάκη.
Ώρα για σινεμά
Το 1962 δηλώνει παραίτηση από τη ραδιοφωνία για να αφοσιωθεί ολοκληρωτικά στην τέχνη του. Βέβαια από τότε πολλές φορές βρέθηκε στο χώρο του ραδιομεγάρου για να ηχογραφήσει τα κλασσικά πλέον ραδιοφωνικά θεατρικά. Το 1966 ήταν μια χρονιά σταθμός στη ζωή του. Αρχικά τιμήθηκε από την Εταιρεία Ελλήνων Θεατρικών Συγγραφέων για την προσφορά του στη νεοελληνική κωμωδία.
Την ίδια χρονιά έκανε και το ντεμπούτο του στο σινεμά. Ναι όσο και αν οφείλεται οξύμωρο ξεκίνησε στο σινεμά στα 39 του. Αυτό δεν τον εμπόδισε να συμπεριλάβει στο βιογραφικό του, πολλές κλασικές σήμερα ερμηνείες.
Και εκείνη την χρονιά αρχίζει να εμφανίζεται και σαν συνθιασάρχης. Ούτως ή άλλως οι θεατρόφιλοι τον ήξεραν, οι θεατές του σινεμά αρχίζουν να τον γνωρίζουν, οπότε όλα αρχίζουν να πηγαίνουν καλύτερα.
Από την Ευελπίδων με αγάπη
Και μπορεί στο σινεμά να καθυστέρησε να μπει, στην τηλεόραση όμως προέκυψε αμέσως συνεργασία. Και μάλιστα είχε χαρακτηριστικό ρόλο στην πρώτη ελληνική σειρά Το σπίτι με τον φοίνικα. Και μπορεί το παραπάνω να μην είχε επιτυχία, δεν συνέβη όμως με το επόμενο. Ο Kύριος συνήγορος, σε σενάριο Κώστα Πρετεντέρη, και σκηνοθεσία του ίδιου του Μιχαλόπουλου, είχε τον πρωταγωνιστικό ρόλο. Υποδυόταν τον δικηγόρο Δημοσθένη Παρλάτο, στην πρώτη ουσιαστικά κωμική σειρά της ελληνικής τηλεόρασης! Το σίριαλ άρχισε να προβάλεται τον Μάιο του 1970, σε δεκαπεντάλεπτα επεισόδια –256 συνολικά–, χαρίζοντας στον Μιχαλόπουλο έναν από τους πιο αξιομνημόνευτους τηλεοπτικούς του ρόλους και την πρώτη μεγάλη προσωπική του επιτυχία.
Λίγα χρόνια αργότερα ακολουθούν οι σειρές Η Θέμις έχει νεύρα και η Θέμις έχει κέφια, δηλαδή αυτοτελείς ιστορίες μέσα από τα δικαστήρια.
Και φτάνουμε στο 1982. Εκείνη την περίοδο η ηγεσία της δημόσιας τηλεόρασης ήθελε να προωθήσει ένα διαφορετικό στυλ μυθοπλασίας, όμως κράτησε και μια δυο κλασσικές συνταγές. Μία από αυτές ήταν το Ορκιστείτε παρακαλώ. Η σειρά μπορεί φαινομενικά να έμοιαζε εκτός τόπου και χρόνου όμως αγαπήθηκε πολύ και πήγε για πάνω από τέσσερις σεζόν. Η σειρά αποτελούσε διασκευή δικαστηριακών ευθυμογραφημάτων του Μανώλη Καραμπατσάκη και προβλήθηκε σε 90 επεισόδια, ο Μιχαλόπουλος έγραψε ιστορία προσπαθώντας να επαναφέρει το δικαστήριό του στην τάξη!
Η άδοξη αυλαία
Τον ρόλο του προέδρου υποδύθηκε στην πορεία και στο σινεμά και στο θέατρο. Ο ίδιος όχι μόνο δεν δυσανασχέτησε αλλά χαιρόταν την επιτυχἰα του. Και όντως ήταν απόλαυση να βλέπει κανείς τους νεαρούς σταρ της εποχής, να συναγωνίζονται σε δημοτικότητα τον 60+ Γιάννη Μιχαλόπουλο.
Εκτός οθόνης ήταν ένας ήρεμος οικογενειάρχης που τον ελεύθερο χρόνο του διάβαζε μανιωδώς. Συνέχισε και στην τηλεόραση και στο θέατρο, αλλά από ένα σημείο και μετά σε επιλεγμένες δουλειές.
Ο Γιάννης Μιχαλόπουλος αποσύρθηκε από την ενεργό θεατρική δράση το 2003, όταν έσπασε το πόδι του και δεν μπορούσε να ανέβει πια στο σανίδι. Τα τελευταία του χρόνια τα πέρασε αντιμετωπίζοντας προβλήματα υγείας, διατηρώντας πάντως τις σχέσεις του με τους παλιούς του φίλους.
Άφησε την τελευταία του πνοή από ανακοπής καρδιάς που ακολούθησε μια επέμβαση στο πόδι. Ήταν 10 Ιουνίου 2016…
Σπύρος Δευτεραίος