Καθηγητής Δημοσίου Δικαίου στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου της Αθήνας και του Στρασβούργου, αλλά πρωτίστως δικηγόρος μαχόμενος υπέρ των δικαιωμάτων του ανθρώπου. Ο Φαίδων Βεγλερής, ο οποίος έφυγε από τη ζωή στις 12 Αυγούστου 1998 σε ηλικία 95 ετών, ήταν ένας εμβληματικός υπερασπιστής της ίδιας της δημοκρατίας.
Γεννημένος σε αστική οικογένεια της Κωνσταντινούπολης, ήταν γιος του Θεοχάρη Βεγλερή, διδάκτορα Νομικής και νομάρχη Λέσβου, και της Ευγενίας Αντίπα. Θείος του ο Γρηγόριος Βεγλερής, ανώτερος διοικητικός υπάλληλος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και τελευταίος ηγεμόνας της Σάμου.
Απόφοιτος του Ζωγράφειου και της Ροβέρτειου Σχολής, σπούδασε νομικά και πολιτικές επιστήμες στα πανεπιστήμια του Μπορντό και των Παρισίων, του οποίου και αναγορεύθηκε διδάκτωρ Διοικητικού Δικαίου.
Επιστρέφοντας στην Ελλάδα ιδιώτευσε ως δικηγόρος στην Αθήνα και το 1935 εξελέγη υφηγητής. Απολύθηκε από καθεστώς Μεταξά και κρατήθηκε στις φυλακές Αβέρωφ και στην Αίγινα.
Η προσήλωσή του στις δημοκρατικές αξίες θεωρείται ότι καθυστέρησε σημαντικά την ακαδημαϊκή του εξέλιξη, με αποτέλεσμα να εκλεγεί έκτακτος καθηγητής Διοικητικού Δικαίου μόλις το 1956.
Το 1960 έγινε τακτικός καθηγητής στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το 1965 κατά τα γεγονότα της Αποστασίας με άρθρα του στηλίτευσε τους χειρισμούς και τις παρεμβάσεις του βασιλιά Κωνσταντίνου.
Ο Φαίδων Βεγλερής ήταν ο μόνος καθηγητής της Νομικής Αθηνών που απολύθηκε από τη χούντα των συνταγματαρχών. Έτσι, εγκαταστάθηκε ξανά στο Παρίσι, αναπτύσσοντας και αντιστασιακή δραστηριότητα. Η γαλλική κυβέρνηση τον διόρισε εταίρο καθηγητή Διοικητικού Δικαίου στο Πανεπιστήμιο του Στρασβούργου όπου δίδαξε για τα ανθρώπινα δικαιώματα – ήταν η πρώτη φορά που στη Γαλλία υπήρξε ένα τέτοιο αυτοτελές μάθημα στο επίπεδο του Διεθνούς Δικαίου και των Διεθνών Σχέσεων.
Την ίδια περίοδο, συνέβαλε στην αποβολή της Ελλάδας από το Συμβούλιο της Ευρώπης με την κατάθεσή του ως βασικός μάρτυρας στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στην εκδίκαση προσφυγής κατά της δικτατορίας.
Μετά την πτώση της δικτατορίας επέστρεψε στην Ελλάδα συνεχίζοντας την πλούσια επιστημονική και κοινωνική του δράση. Από το πανεπιστήμιο αποχώρησε ως ομότιμος καθηγητής Διοικητικού Δικαίου.
Υπήρξε ιδρυτικό μέλος της Ελληνικής Εταιρείας Πολιτικών Επιστημών, αντιπρόσωπος της Ελλάδας στην Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων για τα δικαιώματα του ανθρώπου του Συμβουλίου της Ευρώπης, μέλος της επιτροπής για τη σύνταξη του Κώδικα περί Δήμων και Κοινοτήτων, μέλος της συντακτικής ομάδας του περιοδικού Το Σύνταγμα, καθώς και πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου.
Άσκησε μάχιμη δικηγορία στο Συμβούλιο της Επικρατείας και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Το μεγαλύτερο μέρος του επιστημονικού του έργου αφορά την κριτική ανάλυση της νομολογίας των δικαστηρίων.