Τάση σταθεροποίησης στα πολύ υψηλά επίπεδα των αρχών Νοεμβρίου, όταν δηλαδή η Θεσσαλονίκη έμπαινε στη γκρι ζώνη των πιο επιβαρυμένων επιδημιολογικά περιοχών της χώρας, με εφαρμογή αυστηρών περιοριστικών μέτρων, προκύπτει από τις τελευταίες μετρήσεις στα λύματα του πολεοδομικού συγκροτήματος.
Την καταγραφή του ιικού φορτίου στη Θεσσαλονίκη με μετρήσεις στα λύματα κάνει από την αρχή της πανδημίας διεπιστημονική ομάδα του ΑΠΘ σε συνεργασία με την ΕΥΑΘ.
Μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο πρύτανης και επιστημονικά υπεύθυνος του ερευνητικού έργου, καθηγητής Νίκος Παπαϊωάννου, εξήγησε ότι η κατάσταση στην πόλη είναι πολύ οριακή, διότι έχει σταματήσει η βελτίωση της επιδημιολογικής εικόνας. Αυτό σημαίνει, όπως είπε, ότι μπορεί εύκολα η τάση να γυρίσει πάλι αυξητικά. «Και επειδή το σημείο εκκίνησης αυτή τη φορά είναι υψηλό μπορεί η κατάσταση να ξεφύγει από κάθε έλεγχο», πρόσθεσε.
Από την πλευρά του ο καθηγητής Χημείας Θόδωρος Καραπάντσιος εξήγησε ότι οι μετρήσεις του ΑΠΘ είναι ένα αξιόπιστο εργαλείο διάγνωσης της διασποράς του κορονοϊού και πολύτιμη βοήθεια στη λήψη αποφάσεων.
Γιατί «κόλλησε» η Θεσσαλονίκη
Η διεπιστημονική ομάδα του ΑΠΘ αξιοποιώντας και τα δεδομένα από τις μετρήσεις που κάνει για τις μεγάλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες αναζητεί τεκμηριωμένες απαντήσεις στο ερώτημα γιατί η κατάσταση στη Θεσσαλονίκη δεν βελτιώνεται, όπως θα περίμενε κανείς μετά την επιβολή των αυστηρών περιοριστικών μέτρων.
«Όσο πιο υψηλό το ιικό φορτίο, τόσο περισσότερο χρόνο χρειάζονται τα μέτρα για να αποδώσουν», ανέφερε ο πρύτανης του ΑΠΘ, επισημαίνοντας ότι υπάρχει και μια κόπωση και ταυτόχρονα χαλαρότητα σε σχέση με το lockdown της άνοιξης.
Επιπροσθέτως, όπως εξήγησε, όταν αποφασίστηκε η αναστολή των περισσότερων δραστηριοτήτων και τα μέλη των οικογενειών βρέθηκαν όλα μαζί κλεισμένα στα σπίτια, αυτό δημιούργησε και νέες εστίες, καθώς υπήρχαν ήδη πάρα πολλοί ασυμπτωματικοί φορείς.
«Κλείσαμε την πόρτα του σπιτιού στον κορονοϊό όταν είχε ήδη μπει στα δωμάτια» είναι η εκτίμηση του διευθυντή της Κλινικής Αναπνευστικής Ανεπάρκειας στο «Παπανικολάου», Γιάννη Κιουμή.
Λεωφορεία και λαϊκές αγορές είναι επίσης χώροι υπερμετάδοσης, για τους οποίους δεν υπάρχουν επαρκή μέτρα. «Υπάρχουν λύσεις που έχουν εφαρμοστεί επιτυχώς σε άλλες ευρωπαϊκές πόλεις, τις οποίες θα μπορούσαμε να εφαρμόσουμε άμεσα, όπως για παράδειγμα την προσωρινή ένταξη τουριστικών λεωφορείων στο στόλο του ΟΑΣΘ», είπε ο Νίκος Παπαϊωάννου.
Η καταγραφή του ιικού φορτίου στα λύματα της Θεσσαλονίκη μέχρι και τη δειγματοληψία στις 2 Δεκεμβρίου (πηγή: ΑΠΘ)
Η καθηγήτρια και μέλος της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων Άννα Παπά-Κονιδάρη, που επίσης μίλησε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, σημείωσε ότι τα μέτρα που έχουν ληφθεί είναι στη σωστή κατεύθυνση –όπως επιβεβαιώνεται από τα δείγματα που φτάνουν στο Α’ Εργαστήριο Μικροβιολογίας του ΑΠΘ–, αλλά δεν έχουν τηρηθεί με συνέπεια.
«Αν τα μέτρα δεν λειτουργούσαν η αύξηση των κρουσμάτων θα ήταν εκθετική, η διασπορά θα ήταν τέτοια που δε θα μπορούσαν να λειτουργήσουν τα νοσοκομεία. Όμως δε μας αρκεί η σταθερότητα, αυτό που θέλουμε είναι και πτώση των δεικτών, που σημαίνει ακόμη πιο αυστηρή τήρησή τους», σημείωσε.