Αφιερωμένες στον Αντώνη Μανώλη, τον Αθηναίο καπετάνιο της σκούνας «Ηρακλής» που θεωρείται ο πρώτος Έλληνας της Αυστραλίας, αφού είναι ο πρώτος που πήρε τη βρετανική (τότε) ιθαγένεια, ήταν οι πρώτες εκδηλώσεις της Αρχιεπισκοπής Αυστραλίας στη Νέα Νότια Ουαλία για τα 200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση.
Χθες στο κοιμητήριο του Πίτκον ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος τέλεσε τρισάγιο στον τάφο του Αντώνη Μανώλη, ενώ στη συνέχεια έγιναν από τον δήμαρχο του Γουολοντίλι τα αποκαλυπτήρια της ταμπέλας στο δρόμο που φέρει το όνομά του.
Στο Πολεμικό Μουσείο του Πίτκον στεφάνια κατέθεσαν ο Αρχιεπίσκοπος, ο δήμαρχος του Γουολοντίλι, ο γενικός πρόξενος της Ελλάδας στο Σίδνεϊ, ο ομοσπονδιακός υπουργός Ενέργειας και εκπρόσωποι ομογενειακών οργανώσεων.
Τις ιστορικές πληροφορίες που διαθέτουμε για τον Αντώνη Μανώλη παρουσίασε κατά τη διάρκεια γεύματος ο ιστορικός δρ Παναγιώτης Διαμάντης. Όπως είπε, στη σκούνα «Ηρακλής» ήταν μαζί του οι Υδραίοι: Δαμιανός Νινής, Γκίκας Βούλγαρης, Γεώργιος Βασιλάκης, Κωνσταντίνος Στρόμπολης, Γεώργιος Λαρίτσος και Νικόλαος Παπανδρέου.
Ο δρ Παναγιώτης Διαμάντης (φωτ.: Flickr / Greek Orthodox Archdiocese / Marc Petropoulos)
Οι Έλληνες ναυτικοί έφτασαν στην Αυστραλία στις 27 Αυγούστου 1829 καταδικασμένοι σε ισόβια για πειρατεία. Η δίκη τους έγινε κάτω από αμφιλεγόμενες συνθήκες στη Μάλτα. Τους συνέλαβε έξω από την Κρήτη το πλήρωμα του βρετανικού πλοίου «Cygnet», καθώς θεωρήθηκε ότι αφαίρεσαν μέρος του φορτίου από τη βρετανική μπικέτα «Άλκηστη» που κατευθυνόταν από τη Μάλτα στην Αλεξάνδρεια.
Αρχικά η καταδίκη ήταν σε ισόβια, και στη συνέχεια η ποινή μετατράπηκε σε εξορία στη βρετανική αποικία.
Μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας και την ίδρυση του ελληνικού κράτους, η νομιμότητα της δίκης και το μέγεθος της ποινής αμφισβητήθηκαν. Γι’ αυτό, όταν το 1834 πήραν χάρη, οι πέντε από αυτούς επέστρεψαν δύο χρόνια αργότερα στην Ελλάδα με έξοδα του ελληνικού κράτους. Η εξέλιξη αυτή δείχνει ότι πιθανότατα το πλήρωμα του «Ηρακλή» ήταν επαναστάτες και όχι πειρατές.
Πάντως, ο Αντώνης Μανώλης και ο Γκίκας Βούλγαρης προτίμησαν να παραμείνουν στην Αυστραλία. Ο άλλοτε πλοίαρχος εργάστηκε ως κηπουρός και πέθανε το 1880 σε ηλικία 76 ετών. Ο Γκίκας Βούλγαρης απέκτησε περιουσία, έγινε Αυστραλός υπήκοος το 1861 και άλλαξε το όνομά του σε Τζίγκερ. Παντρεύτηκε μια νεαρή Ιρλανδή και απέκτησε 10 παιδιά και 52 εγγόνια.