Οι άνθρωποι που κοιμούνται είτε υπερβολικά πολύ είτε πολύ λίγο, αντιμετωπίζουν μεγαλύτερο καρδιαγγειακό κίνδυνο στο μέλλον, σύμφωνα με νέα έρευνα Ελλήνων επιστημόνων.
Ο βραδινός ύπνος που διαρκεί επτά έως οκτώ ώρες φαίνεται να ωφελεί περισσότερο την υγεία της καρδιάς, μειώνοντας την πιθανότητα αθηροσκλήρωσης και άρα καρδιοπάθειας ή εγκεφαλικού.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον καρδιολόγο Ευάγγελο Οικονόμου της Α΄ Πανεπιστημιακής Καρδιολογικής Κλινικής στο «Ιπποκράτειο» νοσοκομείο, που έκαναν τη σχετική ανακοίνωση στο διεθνές ετήσιο συνέδριο του Αμερικανικού Κολεγίου Καρδιολογίας (μέσω διαδικτύου, λόγω κορονοϊού), μελέτησαν 1.752 ανθρώπους ηλικίας 40 έως 98 ετών στην περιοχή της Κορινθίας, συσχετίζοντας τη διάρκεια του ύπνου τους με την κατάσταση των αρτηριών τους, όπως αυτή φάνηκε σε σχετικό υπερηχογράφημα που δείχνει το πάχος του τοιχώματος της αρτηρίας και το σχηματισμό αθηροσκληρωτικής πλάκας.
Διαπιστώθηκε ότι όσοι κοιμούνταν λιγότερες από έξι ώρες ή περισσότερες από οκτώ ώρες τα βράδια, είχαν σημαντικά μεγαλύτερη πιθανότητα (54% και 39% αντίστοιχα) να έχουν αρτηριακή πλάκα στις καρωτίδες τους, σε σχέση με όσους κοιμούνταν επτά έως οκτώ ώρες.
Η νέα μελέτη επιβεβαιώνει ότι οι συνήθειες του ύπνου παίζουν σημαντικό ρόλο στον καρδιαγγειακό κίνδυνο, όπως η διατροφή και η σωματική άσκηση.
«Το μήνυμα από τα ευρήματά μας είναι “κοιμηθείτε καλά, αλλά όχι υπερβολικά”. Ο λιγοστός ύπνος φαίνεται κακός για την υγεία σας, αλλά και ο πάρα πολύς είναι επίσης επιβλαβής», δήλωσε ο δρ Οικονόμου. «Δεν κατανοούμε πάντως ακόμη πλήρως τη σχέση ύπνου και καρδιαγγειακής υγείας», πρόσθεσε.
- Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ / Παύλος Δρακόπουλος.