Είναι το βασικό θέμα συζήτησης στην παγκόσμια αρχαιολογική κοινότητα αλλά και ανάμεσα στα πρώτα θέματα στον διεθνή Τύπο: Το 23 μέτρων αρχαιοελληνικό πλοίο που εντοπίστηκε στον Εύξεινο Πόντο, περίπου 80 χλμ. από την ακτή της πόλης Μπουργκάς στη Βουλγαρία, είναι ηλικίας 2.400 ετών και μέχρι στιγμής είναι το παλαιότερο ναυάγιο που έχει βρεθεί ακέραιο. Ανεπίσημα είναι το «πλοίο του Οδυσσέα» (απεικόνισή του υπάρχει πάνω στη διάσημη ερυθρόμορφη στάμνο «Ο Οδυσσέας και οι Σειρήνες» που εκτίθεται στο Βρετανικό Μουσείο), και εντοπίστηκε το 2017 από τη διεθνή ομάδα Black Sea Maritime Archaeology Project (MAP).
Η ανακάλυψη εντάσσεται σε ένα μεγάλο επιστημονικό πρότζεκτ, από τα πιο φιλόδοξα του είδους, για την εξερεύνηση του βυθού του Εύξεινου Πόντου. Η πρωτοβουλία για το MAP ανήκει στο Πανεπιστήμιο του Σαουθάμπτον.
Μόλις πρόσφατα οι αρχαιολόγοι μπόρεσαν να κάνουν τη χρονολόγηση χρησιμοποιώντας την τεχνική του ραδιενεργού άνθρακα σε ένα κομμάτι ξύλου που ανασύρθηκε από το βάθος των 2.000 μέτρων που βρίσκεται το ναυάγιο. Η απουσία οξυγόνου σε αυτό το βάθος, άλλωστε, βοήθησε ώστε να διατηρηθεί ακέραιο το πλοίο – το ιστίο, το πηδάλιο και οι θέσεις των κωπηλατών είναι ακόμα στη θέση τους.
Ο Εύξεινος Πόντος, μια περιοχή στην οποία άνθισαν οι ελληνικές κοινότητες, ήταν ένας δημοφιλής εμπορικός δρόμος κατά την αρχαιότητα. Συνεπώς το αρχαιοελληνικό εμπορικό πλοίο, σύμφωνα με τους αρχαιολόγους, ίσως στα αμπάρια του κρύβει χαμένους αρχαίους θησαυρούς: συνήθως το φορτίο παρασύρεται από τα θαλάσσια ρεύματα , αλλά αυτή τη φορά οι επιστήμονες μπορεί να πάρουν στα χέρια τους χρυσάφι, λάδι, κρασί ή ακόμα και περίτεχνα μεταλλικά αντικείμενα ηλικίας 2.400 ετών! Ο λόγος για τον οποίο μπορούν να ελπίζουν είναι ο ίδιος χάρη στον οποίο βρέθηκε ολόκληρο το πλοίο, η έλλειψη οξυγόνου. Επιπλέον το ίζημα του πυθμένα δημιούργησε ένα προστατευτικό στρώμα όχι μόνο στο ξύλο αλλά και στο φορτίο.
Η Telegraph αναφέρει ότι το αμπάρι του τυπικού αρχαιοελληνικού πλοίου ίσως ρίξει φως στο εμπόριο εκείνης της εποχής που ήταν ιδιαίτερα προσοδοφόρο για πολλές ελληνικές πόλεις. Ωστόσο το βάθος των 2.000 μέτρων είναι απαγορευτικό για μια προσπάθεια ανέλκυσης του ναυαγίου λόγω του υψηλού κόστους, ενώ δαπανηρή είναι και η επιτόπια έρευνα. «Συνήθως εντοπίζουμε αμφορείς γύρω από το πλοίο και μαντεύουμε από πού προέρχονται, αλλά αυτή τη φορά βρίσκονται ακόμα στο αμπάρι», εξήγησε στο BBC η δρ Έλεν Φαρ, μέλος της αποστολής, ενάλια αρχαιολόγος στο Πανεπιστήμιο του Σαουθάμπτον.
Ακόμα εξήγησε ότι έχουν ανασυρθεί κομμάτια πλοίων που είναι πιο παλιά, αλλά για πρώτη φορά βρίσκεται ένα πλοίο ολόκληρο και μάλιστα στο αρχικό του σχήμα. «Είναι σαν να ήρθε από κάποιον άλλο κόσμο», τόνισε. Από τη μεριά του ο διευθύνων σύμβουλος της ομάδας Έντουαρντ Πάρκερ μιλώντας στην εφημερίδα Guardian υπογράμμισε ότι μπόρεσαν να δουν κάτι που μέχρι στιγμής υπήρχε μόνο στις τοιχογραφίες, στα αγγεία και στα βιβλία. Ο συγκεκριμένος τύπος πλοίου, με τα 15-25 άτομα πλήρωμα, θεωρούνταν αρκετά κοινός και κατά τη διάρκεια της αρχαιότητας χρησιμοποιούνταν για το εμπόριο με τις ελληνικές αποικίες στον Εύξεινο Πόντο.
Η ομάδα Black Sea Maritime Archaeology Project (MAP) εξερευνά το βυθό του Εύξεινου Πόντου από το 2015. Συμμετέχουν το Πανεπιστήμιο του Σαουθάμπτον, το Αρχαιολογικό Ινστιτούτο της Βουλγαρίας, το βουλγαρικό Κέντρο Υποβρύχιας Αρχαιολογίας, πανεπιστήμια από τις ΗΠΑ και τη Σουηδία. Επικεφαλής είναι ο καθηγητής Τζον Άνταμς.