Μαθήτριες του ελληνικού Ζαππείου Παρθεναγωγείου φωτογραφίζονται στους χώρους του σχολείου, κοντά στην πλατεία Ταξίμ, το 1912. Ενα ζευγάρι Αρμένιων ποζάρει σε ένα αθηναϊκό στούντιο την παραμονή της Πρωτοχρονιάς του 1932. Τρία συνομήλικα αγόρια, ανεπίσημοι «εκπρόσωποι» της αιγυπτιακής, της ελληνικής και της ιταλικής κουλτούρας, κοιτούν με θάρρος το φακό την 1η Σεπτεμβρίου του 1887 στο Χελουάν της Αιγύπτου.
Το αρχείο του Κέντρου Φωτογραφίας Akkasah περιλαμβάνει σπάνιες φωτογραφίες μιας άλλης εποχής.
Η κόκκινη σφραγίδα «Διαγράφεται» στο δελτίο ταυτότητας της Κατίνας Cankiri (έτος γέννησης 1916, καταγωγή ελληνική, υπηκοότητα τουρκική), μας επιτρέπει να μαντέψουμε πως η ηλικιωμένη γυναίκα δεν πρόλαβε να ανανεώσει την άδεια παραμονής της, που έληγε τον Δεκέμβριο του 1988. Γεννημένη στην Κωνσταντινούπολη από Έλληνες γονείς, έζησε τις τελευταίες μέρες της ζωής της στην Αθήνα, όμως η ταυτότητά της βρέθηκε πάνω από δύο δεκαετίες αργότερα σε κάποιο τουρκικό παλαιοβιβλιοπωλείο.
Συνοδευόμενες από λιγοστά στοιχεία, που αφήνουν περιθώριο στη φαντασία να συμπληρώσει τα κενά, οι εικόνες της εκτενούς συλλογής του Κέντρου Φωτογραφίας Akkasah προκαλούν στον παρατηρητή ανάμεικτα συναισθήματα αμηχανίας (διότι άθελά του κατασκοπεύει αγνώστους στις προσωπικές στιγμές τους) και επιθυμίας να μάθει περισσότερα (αφού κάθε εικόνα λειτουργεί ταυτόχρονα ως παράθυρο στον ατομικό μικρόκοσμο των απεικονιζόμενων και ως τεκμήριο μιας ολόκληρης εποχής).
Πρωταρχικός στόχος του Κέντρου, το οποίο έχει ως έδρα το παράρτημα του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης στο Άμπου Ντάμπι, είναι η μελέτη της ιστορίας και της εξέλιξης της φωτογραφίας στη Μέση Ανατολή και στη Βόρεια Αφρική.
Σε αυτό το πλαίσιο, έχει συγκεντρώσει ένα σύνολο πάνω από 65.000 φωτογραφιών, αρνητικών και διαφανειών, χρονολογουμένων από τα τέλη της οθωμανικής αυτοκρατορίας έως τις μέρες μας. Ανάμεσά τους, στιγμιότυπα από γάμους, πανηγύρια και εκδρομές στην εξοχή, «στημένα» πορτρέτα εις ανάμνηση κάποιου σημαντικού γεγονότος, καρτ ποστάλ και σελίδες οικογενειακών άλμπουμ, ορισμένα εκ των οποίων ανήκαν σε Έλληνες της Αιγύπτου και της Τουρκίας.
Μολονότι δεν προορίζονταν για τους τοίχους των μουσείων, οι φωτογραφίες του αρχείου προσφέρουν πολύτιμα στοιχεία στους μελετητές και ταυτόχρονα μας θυμίζουν πως, σε αντίθεση με τη συλλογική ιστορία κάθε λαού, οι ατομικές μας αφηγήσεις δίνουν έμφαση στις στιγμές χαράς, τρυφερότητας και αρμονικής συνύπαρξης.
Περισσότερες από 9.000 εικόνες έχουν ήδη ψηφιοποιηθεί και είναι ελεύθερα προσβάσιμες στην ιστοσελίδα του Κέντρου, ενώ η διαδικασία συνεχίζεται προκειμένου και η υπόλοιπη συλλογή να αναρτηθεί στο διαδίκτυο. «Επιδίωξή μας είναι το σύνολο των συλλογών μας να είναι ονλάιν, στη διάθεση των ερευνητών και όλων των ενδιαφερομένων», αναφέρει η Όζγκε Καλαφάτο, project manager του Κέντρου Akkasah και υπεύθυνη για τη συγκέντρωση της τουρκικής συλλογής, η οποία περιλαμβάνει 17.000 εικόνες και αποτελεί τμήμα του διδακτορικού της με θέμα «Φωτογραφία και τουρκική νεωτερικότητα».
Ξεχασμένοι θησαυροί
«Το αρχείο μας περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, ερασιτεχνικά πορτρέτα ελληνικών οικογενειών που ζούσαν στην Τουρκία και στην Αίγυπτο, όπως επίσης και φωτογραφίες τραβηγμένες από Έλληνες και Αρμένιους φωτογράφους με έδρα το Κάιρο, την Αλεξάνδρεια, την Κωνσταντινούπολη και τη Σμύρνη», συνεχίζει. Επιφορτισμένη με την αποστολή να «χτίσει» μια ολόκληρη συλλογή από το μηδέν, η Όζγκε Καλαφάτο πέρασε πάνω από τέσσερα χρόνια αναζητώντας ξεχασμένους θησαυρούς σε παζάρια, βιβλιοθήκες και παλαιοβιβλιοπωλεία.
Σε κάποιες περιπτώσεις, η αναζήτησή της την οδήγησε σε απρόσμενες ανακαλύψεις, όπως όταν συνειδητοποίησε πως το μοναδικό γυναικείο πρόσωπο σε μία ομαδική φοιτητική φωτογραφία του 1919 ανήκει στη Sukufe Nihal Basar, την πρώτη γυναίκα απόφοιτο Πανεπιστημίου της Κωνσταντινούπολης και ολόκληρης της οθωμανικής αυτοκρατορίας. «Διακεκριμένη συγγραφέας και φεμινίστρια, η Nihal ενέπνευσε έντονα πάθη, ενώ μεταξύ των θαυμαστών της ήταν ο ποιητής Ναζίμ Χικμέτ».
Το Akkasah Center for Photography λειτουργεί υπό τη διεύθυνση του ιδρυτή του και καθηγητή στο παράρτημα του NYU στο Άμπου Ντάμπι Shamoon Zamir.
Αναδημοσίευση από εφ. Καθημερινή / Χριστίνα Σανούδου.