Ο λοχίας Δημήτρης Κούκλατζης, ο Έλληνας στρατιωτικός που μαζί με τον ανθυπολοχαγό Άγγελο Μητρετώδη πέρασαν μια μεγάλη περιπέτεια 167 ημερών μέσα στις φυλακές υψίστης ασφαλείας της Αδριανούπολης, παραχώρησε συνέντευξη για πρώτη φορά μετά την απελευθέρωσή του. Με καθαρό βλέμμα και χαρακτηριστική ηρεμία μίλησε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ και στην ανταποκρίτρια του πρακτορείου στην Αλεξανδρούπολη Λαμπρινή Παπαδημητρίου.
Διαβάστε στη συνέχεια ορισμένα από τα κυριότερα σημεία της μεγάλης συνέντευξης του Δημήτρη Κούκλατζη.
- «Ο στρατός είναι οικογένεια και ξέρεις ότι ποτέ δεν είσαι μόνος. Εμπιστεύεσαι και τη ζωή σου ακόμη σε συναδέλφους, στην ηγεσία. Οπότε δε φοβηθήκαμε ούτε στιγμή».
- «Αγαπώ την πόλη μου την Ορεστιάδα, πιστεύω ότι είναι η ομορφότερη της Ελλάδας και δεν θα ήθελα να είμαι πουθενά αλλού. Ο στρατός μου δίνει τη δυνατότητα καθημερινά να υπερασπίζομαι αυτά που αγαπώ περισσότερο, την οικογένεια, την πατρίδα, την πόλη. Ίσως σ’ αυτή την επιλογή με επηρέασαν τα ξαδέρφια μου γιατί είναι όλοι στρατιωτικοί. Ίσως μου άρεσαν τα δύσκολα…».
- «Είχα κάνει ένα ημερολόγιο και έσβηνα την κάθε μέρα που περνούσε. Έτσι δε χάνεται ο χρόνος».
- «Τα σκεφτόμουν όλα, την οικογένεια, το μέλλον, τη χώρα. Όλα ήταν συνέχεια στη σκέψη μου… Το δυσκολότερο ήταν η αβεβαιότητα για το πότε θα φύγουμε… Όταν πήγαμε στον εισαγγελέα, στο αυτόφωρο, τότε καταλάβαμε ότι δεν θα τελειώσει γρήγορα το θέμα… Σε κάθε αίτημα αποφυλάκισης υπήρχε η ελπίδα, ότι ίσως αυτή είναι η φορά που θα φύγουμε. Μετά από κάθε απόρριψη δεν πέφταμε ψυχολογικά, απλά περιμέναμε την επόμενη αίτηση. Κάθε μήνα περιμέναμε ότι θα γίνει κάτι καινούριο. Είχαμε πάντα την ελπίδα, δεν μας έριχνε ψυχολογικά. Λέγαμε, εντάξει δεν έγινε αυτό το μήνα θα γίνει τον επόμενο, κι έτσι πηγαίναμε από μήνα σε μήνα… Προσωπικά δεν απογοητεύτηκα ποτέ. Κουράγιο και αισιοδοξία μας έδιναν η πρόξενος που μας έλεγε για τις προσπάθειες που γίνονται και οι γονείς μας. Έτσι ελπίζαμε και περιμέναμε».
- «Όχι, δεν είχαμε εικόνα για τις διαστάσεις που είχε πάρει η σύλληψή μας. Ξέραμε ό,τι μας έλεγαν οι γονείς στα επισκεπτήρια και η κ. πρόξενος».
- «Το πρώτο γράμμα που πήραμε στη φυλακή το έστειλε ένας 11χρονος από το Ναύπλιο. Το έστειλε στις 11 Μαρτίου και το πήραμε το Πάσχα. Δεν γνωρίζαμε ότι θα δεχθούμε κάρτες και γράμματα. Μετά είδαμε τον κόσμο που ήταν δίπλα μας. Άγνωστος κόσμος που έστελνε ευχές για Καλή Ανάσταση κ.ά. Κάρτες και γράμματα απ’ όλη τη χώρα, απ’ όλο τον κόσμο, από τον Καναδά, την Αμερική, τη Γαλλία… Τα έχουμε πάρει όλα μαζί μας φεύγοντας…».
- «Τους πρώτους μήνες, ίσως οι συναντήσεις ήταν λίγο δύσκολες. Μετά το συνηθίσαμε και ήταν πιο εύκολο. Περιμέναμε κάθε Τετάρτη το τηλεφώνημα και την Παρασκευή το επισκεπτήριο. Συζητούσαμε για τη ζωή εκτός της φυλακής, για τους συγγενείς, τους φίλους, όλα όσα μας περίμεναν όταν επιστρέφαμε. Έτσι τελείωνε η εβδομάδα και περιμέναμε την επόμενη».
- «Όταν απογειώθηκε το αεροπλάνο ακόμη και τότε δεν είχαμε συνειδητοποιήσει τι είχε γίνει. Μόνο όταν ήμασταν στον αέρα και κοίταξα κάτω και είδα ελληνικό χώρο, είδα τον Λευκό Πύργο και την παραλία της Θεσσαλονίκης, τότε σιγουρεύτηκα ότι γυρίσαμε στη χώρα μας, ότι όλα τελείωσαν. Όταν προσγειώθηκε το αεροπλάνο και είδαμε τον κόσμο που περίμενε ήταν ένα σοκ. Δεν ξέραμε, δεν περιμέναμε ότι θα είναι τόσος κόσμος».
- «Όχι δεν νιώθω ήρωας. Είναι μία λέξη με μεγάλη βαρύτητα. Είναι άλλη η έννοια του ήρωα και δεν την πλησιάζουμε. Ήρωες είναι οι άνθρωποι που έχουν δώσει το αίμα, τη ζωή τους για σκοπούς ιερούς, για την πατρίδα. Δεν μπορείς να αισθανθείς ήρωας λοιπόν. Δεν συγκρινόμαστε».
ΣΗΜΕΙΩΣΗ ΑΠΕ-ΜΠΕ: Για ευνόητους λόγους δεν έγινε καμία απολύτως αναφορά, στη διάρκεια της συνέντευξης, στις συνθήκες της σύλληψης των δυο στρατιωτικών.