Το κουτί της Πανδώρας φαίνεται ότι ανοίγει στη Μέση Ανατολή η απόφαση του Ντόναλντ Τραμπ να αποσύρει τις ΗΠΑ από τη διεθνή συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, και ως εκ τούτου να επαναφέρει τις κυρώσεις σε βάρος της Ισλαμικής Δημοκρατίας. Υλοποιώντας την προεκλογική του δέσμευση, ο πρόεδρος των ΗΠΑ έσκισε την εμβληματική συμφωνία που συνυπογράφεται από τη Γερμανία, τη Γαλλία, το Ηνωμένο Βασίλειο, τη Ρωσία και την Κίνα.
Η συμφωνία του 2015 έχει ως στόχο τη διευκόλυνση των εμπορικών συναλλαγών και την επιστροφή της οικονομικής ανάπτυξης στο Ιράν με αντάλλαγμα τον περιορισμό των πυρηνικών δραστηριοτήτων της Τεχεράνης.
Ανακοινώνοντας την αποχώρηση των ΗΠΑ ο Ντόναλντ Τραμπ επέλεξε την πιο ακραία απ’ όλες τις κυρώσεις: όλες οι επιχειρήσεις που βρίσκονται ήδη στο Ιράν, περιλαμβανομένων των ξένων εταιρειών, έχουν στη διάθεσή τους από τρεις έως έξι μήνες για να αποχωρήσουν. Σε αντίθετη περίπτωση δεν θα έχουν πρόσβαση στην αμερικανική αγορά.
Και ενώ ο σύμβουλος εθνικής ασφάλειας του Λευκού Οίκου άφησε να πλανάται η απειλή των «επιπρόσθετων κυρώσεων», ο Ντόναλντ Τραμπ διαμήνυσε ότι οι αμερικανικές κυρώσεις θα επεκταθούν σε οποιαδήποτε χώρα βοηθήσει το Ιράν στην προσπάθεια του να αποκτήσει πυρηνικά. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι στο «στόχαστρο» ενδέχεται να βρεθεί οποιαδήποτε εταιρεία επιλέξει να παραμείνει ή να συνεχίσει να επενδύει το Ιράν. Στην ουσία, δηλαδή, για τους Ευρωπαίους ηγέτες δυσκολεύει ακόμα περισσότερο η προσπάθεια που καταβάλουν να περισώσουν ό,τι γίνεται.
Από τη μεριά του ο Χασάν Ροχανί, ο οποίος έχει επενδύσει πολιτικό κεφάλαιο στη συμφωνία, κατηγόρησε τις ΗΠΑ για «ψυχολογικό πόλεμο».
Ο πρόεδρος του Ιράν, αν και δήλωσε έτοιμος να συζητήσει με τους Ευρωπαίους, τους Ρώσους και τους Κινέζους για το πώς θα μπορέσουν να διαφυλαχθούν τα συμφέροντα της χώρας του μετά την αμερικανική έξοδο, απείλησε ότι εάν οι διαπραγματεύσεις δεν δώσουν συγκεκριμένα αποτελέσματα τις προσεχείς εβδομάδες τότε θα επαναληφθεί η διαδικασία εμπλουτισμού του ουρανίου «χωρίς περιορισμούς».
Η Γαλλία, η Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο εξέφρασαν τη λύπη τους για την αμερικανική απόφαση. Σε κοινή ανακοίνωση που υπογράφουν οι Εμανουέλ Μακρόν, Άνγκελα Μέρκελ και Τερέζα Μέι δηλώνουν αποφασισμένοι να εγγυηθούν την εφαρμογή του Κοινού Ολοκληρωμένου Σχεδίου Δράσης, αλλά και να προστατεύσουν τα «οικονομικά οφέλη» που έχει για τον ιρανικό λαό.
Τη βαθιά της απογοήτευση και την έντονη ανησυχία της εξέφρασε και η Ρωσία, στο ίδιο μήκος κύματος και η Τουρκία που φοβάται για νέες συγκρούσεις στην περιοχή. Τη διαφύλαξη της συμφωνίας ζήτησε και η Κίνα. Αλληλέγγυα στην Τεχεράνη και η Συρία που καταδίκασε σθεναρά την κίνηση του Ντόναλντ Τραμπ. Αντίθετα, την απόφαση του προέδρου των ΗΠΑ στηρίζουν το Ισραήλ, η Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.