Ποντιακής καταγωγής, ο Νίκων ο «Μετανοείτε» (Πόντος 920/925 – Σπάρτη περ. 998) ήταν σημαντική πνευματική μορφή του μοναχισμού. Υπήρξε από τους κυριότερους ιεραπόστολους της διάδοσης του Χριστιανισμού, και η προσωνυμία του οφείλεται στο συνεχές κήρυγμά του «Μετανοείτε».
Ο Νίκων, κατά κόσμο Νικήτας, γεννήθηκε στο θέμα Αρμενιακών της αρχαίας Παφλαγονίας (Πολεμωνιακός Πόντος) από πλούσια οικογένεια.
Περιφρονώντας από νεαρή ηλικία τα υλικά αγαθά, επιδόθηκε στην αυστηρή πνευματική ζωή και έπειτα από μια πρώτη επαφή με τη στερημένη ζωή των εργατών του πατέρα του, αποφάσισε να στραφεί στη μοναστική ζωή. Έτσι, εγκαταλείποντας το πατρικό του κατέλυσε στη μονή Χρυσής Πέτρας που ήταν λαξεμένη σε ορεινούς βράχους, στα σύνορα Πόντου και Παφλαγονίας. Εκεί εκάρη μοναχός με το όνομα Νίκων και έζησε επί 12 χρόνια σκληρή ασκητική ζωή.
Στη συνέχεια, προσπαθώντας να αποφύγει τον πατέρα του που είχε πάει να τον συναντήσει, εγκατέλειψε τη μονή και έφτασε στον πλημμυρισμένο εκείνη την εποχή ποταμό της Παφλαγονίας Παρθένιο, τον οποίο διέσχισε με θαυματουργό τρόπο. Τα επόμενα τρία χρόνια περιόδευσε σε περιοχές της Μικράς Ασίας και της Αρμενίας. Ήταν περίπου 36 χρονών και η φήμη του είχε εξαπλωθεί σε όλο σχεδόν τον ελλαδικό χώρο, όταν ο τότε ακόμα στρατηγός Νικηφόρος Φωκάς τον προσκάλεσε, μετά την απελευθέρωση της Κρήτης από τους Άραβες (961), να αναζωπυρώσει στους κατοίκους της το χριστιανικό συναίσθημα.
Υπάρχει επίσης η άποψη ότι ο Νίκων προσκλήθηκε στην Κρήτη από τον Άγιο Αθανάσιο τον Αθωνίτη, που είχε πάει για τον ίδιο σκοπό και συνδέονταν φιλικά. Ο Νίκων παρέμεινε στην Κρήτη πέντε χρόνια (κατά άλλους εφτά), και παρά την αρχικά αρνητική αντίδραση των Κρητών, έγινε γρήγορα σεβαστός και αγαπητός σε όλους. Με ορμητήριό του τη Γόρτυνα έκανε περιοδείες σε ολόκληρη την Κρήτη, και κηρύσσοντας το «Μετανοείτε» μετάλλαξε τα τζαμιά σε εκκλησίες, μόρφωσε ιερείς, ίδρυσε μοναστήρια και εκκλησίες.
Γνωστός είναι ο ναός της Αγίας Φωτεινής, για τον οποίο αναφέρεται ότι χτίστηκε έπειτα από όραμα του Νίκωνα σε οδική απόσταση τριών ημερών από τη Γόρτυνα.
Στη δράση του Νίκωνα στην Κρήτη συμπεριλαμβανόταν επίσης η πληροφόρηση των απομακρυσμένων από τη Βασιλεύουσα Κρητών για τις εξελίξεις στη θρησκευτική ζωή ανάμεσα στο 762-843, όπως το Σχίσμα και οι Σύνοδοι.
Συνεχίζοντας την περιπλάνησή του στον ελλαδικό χώρο ο Νίκων κήρυξε στη Δαμαλά, στην Αίγινα, στην Αθήνα και στην Εύβοια, όπου, σύμφωνα με το βίο του, πραγματοποίησε δύο θαύματα. Κατόπιν συνέχισε στη Θήβα, περνώντας από εκεί στην Κόρινθο, στο Άργος και στο Ναύπλιο. Συνεχίζοντας έφτασε στη Σπάρτη, όπου έχτισε δύο ναούς, και μέσω Μάνης ταξίδεψε στην Καλαμάτα, στη Μεθώνη, στην Κορώνη, ώσπου έφτασε στην Αρκαδία. Ο Νίκων κατέληξε στην Σπάρτη μετά το 980, όπου αντιμετώπισε με θαυματουργό τρόπο το λοιμό που είχε ενσκήψει στην πόλη. Ιδιαίτερη σπουδαιότητα είχε η δράση του στον εκχριστιανισμό μεγάλου μέρους των Μηλιγγών και των Εζεριτών, σλαβόφωνων φύλων του Ταΰγετου. Παράλληλα, και με τη συνεργασία του επισκόπου Σπάρτης Θεόπεμπτου, καθώς και με τη βοήθεια όλου του λαού της Σπάρτης, ίδρυσε το ναό του Σωτήρος (χρονολογείται μεταξύ 980 και 992).
Κατά τη διάρκεια της προσπάθειάς του για την εδραίωση του Χριστιανισμού στη Λακωνία, και έχοντας την υποστήριξη του στρατηγού του θέματος Πελοποννήσου Βασίλειου Απόκαυκου, επιχείρησε να οδηγήσει έξω από την πόλη τους Εβραίους, γεγονός που λέγεται ότι τον έφερε σε σύγκρουση με τον Βυζαντινό άρχοντα της Λακωνίας και θερμό προστάτη των Εβραίων, Ιωάννη Άρατο.
Η διαμάχη των δύο ανδρών έληξε, σύμφωνα με το Βίο του Νίκωνα, με τη μετάνοια του Άρατου και το θάνατό του, ύστερα από σύντομη ασθένεια.
Ένα παρόμοιο περιστατικό συνέβη και με κάποιον στρατηγό Γρηγόριο, ο οποίος κατά τη διάρκεια αγώνων σφαιροβολίας περιφρόνησε τις παρατηρήσεις του Νίκωνα για παρεμπόδιση των χριστιανών από τον Εσπερινό του Σαββάτου. Η ξαφνική παράλυση των μελών του Γρηγορίου θεραπεύτηκε μετά τη συγχώρεσή του από τον Νίκωνα.
Τα θαύματά του συνεχίστηκαν με τη θεραπεία του στρατηγού Βασίλειου Απόκαυκου κατά τη διάρκεια εισβολής των βουλγαρικών στρατευμάτων του Σαμουήλ στην Κόρινθο, που τελικά υποχώρησαν. Με την παραμονή του Νίκωνα στη Σπάρτη συνδέεται επίσης και το επεισόδιο κατά το οποίο ο στρατιωτικός διοικητής Πελοποννήσου Μαλακηνός έπεσε άδικα στη δυσμένεια του Bυζαντινού αυτοκράτορα Βασίλειου Β΄, γύρω στο 996 μ.Χ. κατά την εισβολή των Βουλγάρων στη Θεσσαλία. Αργότερα, όμως, και σύμφωνα με τα λόγια του Νίκωνα, ο Μαλακηνός δικαιώθηκε και ανήλθε σε ανώτατα αξιώματα.
Ο Νίκων πέθανε πιθανόν μετά το 998 μ.Χ., έπειτα από ολιγοήμερη ασθένεια, στη μονή που ο ίδιος είχε ιδρύσει, αφού πρώτα κάλεσε κοντά του τους Λάκωνες και τους έδωσε τις συμβουλές του.
Ανακηρύχθηκε πολιούχος της Σπάρτης και όσιος από την Εκκλησία, που γιορτάζει τη μνήμη του στις 26 Νοεμβρίου, ημερομηνία, κατά την παράδοση, του θανάτου του.
Το Βίο του συνέγραψε το β΄ μισό του 12ου αι. (μετά το 1142) ο ηγούμενος της μονής Γρηγόριος, και αποτελεί σημαντική πηγή για το ιστορικό πλαίσιο της εποχής.
Φωτεινή Θ. Βλαχοπούλου