Τα περιθώρια της λογικής επεξεργασίας, της κατανόησης και της ερμηνείας των καταστάσεων από τους ανθρώπους έχουν ένα εύρος που δεν το λες και μικρό. Αλλιώς λειτουργεί το μυαλό του ενός, αλλιώς του άλλου. Άλλα χαρακτηριστικά και δυνατότητες έχει η νόηση του ενός κι άλλες του άλλου.
Όμως για τους περισσότερους αυτό το θέμα συζήτησης είναι ταμπού – ανεπιθύμητο δηλαδή κι απαγορευμένο.
Ένας καθηγητής που είχα στο πανεπιστήμιο και μας έχει αφήσει χρόνους (ο Θεός να συγχωρέσει την ψυχή του), μια φορά μου έκανε κουβέντα απάνω σε αυτό το ζήτημα. Αν ρωτήσεις παιδί μου, μου είπε, κάποιον αν ο τάδε είναι πιο δυνατός από αυτόν, μπορεί να το παραδεχτεί: ναι, είναι πιο δυνατός από μένα. Πιο γρήγορος; Ναι. Πιο όμορφος; Μάλιστα. Πιο έξυπνος, όμως; Εδώ κολλάμε…
Περίεργο δεν είναι; Από όλα τα πράγματα, αυτό που έχουμε τη μεγαλύτερη δυσκολία να παραδεχτούμε είναι ότι κάποιος άλλος μπορεί να είναι πιο έξυπνος από εμάς. Εδώ κλοτσάει ο εγωισμός μας το πιο πολύ. Μας βοηθά, βέβαια, και το γεγονός ότι τα κριτήρια για τον καθορισμό της ευφυΐας είναι αρκετά συγκεχυμένα. Κι έτσι αρνείται το μέσα μας να παραδεχτεί πως τα μυαλά των ανθρώπων, σε γενικές γραμμές, είναι τελικά όπως τα πόδια τους. Δεν τρέχουν όλα με τις ίδιες ταχύτητες. Σε άλλο χρόνο τρέχει το δρόμο των εκατό μέτρων εκείνος ο απίθανος Τζαμαϊκανός Ολυμπιονίκης και σε άλλο χρόνο η αφεντιά μου…
Αδίκως, όμως, είμαστε τόσο συμπλεγματικοί κι εγωιστές σε αυτό το θέμα. Ακούστε τι είπε σχετικά ένας πολύ πετυχημένος επιστήμονας κι επιχειρηματίας – αναφερθήκαμε σε αυτόν στο προηγούμενο άρθρο. Είπε ο Γιώργος Μπεχράκης σε μια συνέντευξη που έδωσε, ότι ένα από τα μυστικά της επιτυχίας του ήταν ότι δεν δίσταζε να προσλαμβάνει στις επιχειρήσεις του ανθρώπους που ήταν πιο έξυπνοι απ’ αυτόν.
Έτσι το είπε, απλά κι ακομπλεξάριστα. Θα μου πείτε, βέβαια, ότι αυτός ήταν από τότε κάπως πετυχημένος, φτασμένος κι ο ίδιος του, κι έτσι δεν είχε ανασφάλειες. Ναι… είναι κι αυτό ένα θέμα…
Όμως, και πάλι νομίζω πως, τελικά, και την ικανότητα στη νοητική επεξεργασία, όπως και την περίπτωση κάθε χαρίσματος, δεν πρέπει να την βλέπουμε ανταγωνιστικά. Ο ανταγωνισμός και οι συγκρίσεις είναι στείρες. Το βασικό ζητούμενο είναι να υπάρχει ένας ικανοποιητικός μέσος όρος κοινής λογικής κι αντίληψης, για να μπορούμε να συνεννοούμαστε μεταξύ μας σε πέντε βασικά ζητήματα και να κάνουμε προκοπή.
Διαφωνίες, διαφορετικές αντιλήψεις και απόψεις, διαφορετικές αναγνώσεις των θεμάτων, διαφορετικές ιδεολογίες και κοσμοθεωρίες, συγκρούσεις συμφερόντων, έριδες και κακίες πάντα υπήρχαν και θα υπάρχουν. Αλλά έτσι προχωρούν οι κοινωνίες και ο κόσμος. Δυο βήματα μπρος κι ένα πίσω –δε βαριέσαι– κάπως τα καταφέρνουμε. Άλλος είναι πιο ξύπνιος, άλλος λιγότερο. Δεν πειράζει… βάζουμε όλοι λίγο νερό στο κρασί μας, συνεννοούμαστε σε πέντε βασικά ζητούμενα και προχωράμε μπροστά. Μπορεί να μην τρέχουμε, αλλά τουλάχιστον προχωράμε. Δε θέλει και πολλά… μονάχα αυτά τα πέντε δράμια μυαλό που λένε.
Σε φυσιολογικές συνθήκες, λοιπόν, αυτά τα πέντε δράμια υπάρχουν. Αυτό που λένε πως «ο κόσμος δεν είναι χαζός, καταλαβαίνει» είναι σε γενικές γραμμές αλήθεια. Μέσα σε μια κοινωνία κακομαθημένη, όμως, που βρίσκεται ξαφνικά σε συνθήκες πίεσης, τα πράγματα αλλάζουν. Τότε τα μάτια των πολλών γυαλίζουν με αυτή τη χαρακτηριστική κακόβουλη γυαλάδα του αδίστακτου κυνηγού του ατομικού (και μόνο) συμφέροντος. Τα μυαλά είναι θολωμένα. Όχι πέντε, αλλά ούτε ένα δράμι μυαλό δεν βρίσκεις.
Αυτή η αρρώστια είναι θανατηφόρα. Πώς όμως την καταλαβαίνει κανείς; Ποιο είναι το χαρακτηριστικό της γνώρισμα; Το παθογνωμονικό σύμπτωμα, λοιπόν, σε αυτήν την περίπτωση είναι η καθ’ υπερβολήν απώλεια της κοινής λογικής και της αντίληψης. Η πέρα από το μέτρο απώλεια του… μέτρου. Η ύβρις. Βαβυλωνία, παράνοια και συνεννόηση μπουζούκι, με λίγα λόγια. Καταιγίδα, βομβαρδισμός από καθημερινές προσβολές της νοημοσύνης. Όπου και να γυρίσεις τα μάτια σου, το διαπιστώνεις συνεχώς.
Εδώ πια δεν σου ζητούν να βάλεις νερό στο κρασί σου. Αυτό έχεις μάθεις να το κάνεις εδώ και καιρό.
Σου δίνουν σκέτο νερό και δεν σου ζητούν απλώς να παραδεχτείς ότι είναι κρασί· απαιτούν να διαλαλείς ότι είναι το καλύτερο κρασί που έχεις πιει ποτέ, αλλά να κάνεις κι από πάνω ότι μέθυσες με την πρώτη γουλιά – για σκέτο νερό μιλάμε τώρα…
Έτσι φτάσαμε σε αυτήν την κατάντια: λίγο-λίγο. Μισό τα εκατό νερώνανε το όμορφο ελληνικό κρασί μας κάθε δυο χρόνια. Έτσι… μεθοδικά, μελετημένα, «για να γίνει η μετάβαση ομαλά», όπως λένε στη γλώσσα τους. Εμείς δεν ήμασταν αυτοί που νομίζαμε, ο καθένας για τον εαυτό του, πως άλλος πιο έξυπνος από εμάς δεν υπάρχει;
Καθισμένος στα σκαλιά, τέσσερις τα ξημερώματα έξω από το καζίνο, φαλιρισμένος, κρατάς το κεφάλι ανάμεσα στα χέρια σου. Φέρε να υπογράψω… Τα οικόπεδά σου για ένα κομμάτι ψωμί. Για να ξαναγυρίσεις μέσα… Και να τα πάρεις όλα πίσω. Γιατί άλλος πιο έξυπνος από σένα δεν υπάρχει. Αμετανόητε!
Το σύμπτωμα υπάρχει, η διάγνωση έγινε. Τίναξε το κεφάλι σου καλά να καθαρίσει το μυαλό σου. «Όποιος ελεύθερα συλλογάται, συλλογάται καλά».