Η Ελλάδα είναι η χώρα των αντιθέτων από την εποχή του Παρμενίδη. Όλα τα θαυμαστά και τα τραγικά σε τούτο τον τόπο συμβαίνουν. Δίπλα στο λευκό του Παρθενώνα υπάρχει και το μαύρο του καπνού από τα τζάκια. Εδώ ο Σωκράτης αλλά εδώ και το κώνειο, εδώ ο Ανδρούτσος αλλά εδώ και ο Γκούρας.
«Τον άρχοντα τριών δει μέμνησθαι: Πρώτον ότι ανθρώπων άρχει. Δεύτερον ότι κατά νόμους άρχει. Τρίτον ότι ουκ αεί άρχει».*
Η ιστορία κάθε χώρας ταυτίζεται ως έναν σημαντικό βαθμό με την ιστορία των ταγών της. Οι ηγέτες ηγούνται κι ο λαός έπεται. Στις δημοκρατίες η κορυφή αντανακλά στη βάση.
«Δεν υπάρχουν ιδέες, υπάρχουν μονάχα άνθρωποι που κουβαλούν τις ιδέες, κι αυτές παίρνουν το μπόι του ανθρώπου που τις κουβαλάει», λέει ο Καζαντζάκης. Πίσω από κάθε ιδέα υπάρχει πάντοτε κάποιος. Ο νόμος περί ευθύνης υπουργών δεν υπήρχε από πάντα. Κάποιος πολιτικός νους επινόησε κι αυτόν για να προσφέρει άλλοθι στο σινάφι του. Πρόκειται για έναν επαίσχυντο νόμο που δεν θα μπορούσε να σταθεί σε καμία ευνομούμενη πολιτεία. Δεν είναι ούτε δίκαιο, ούτε λογικό, για το αδίκημα που διώκεται ο πολίτης, για το ίδιο αδίκημα να απαλλάσσεται ο πολιτικός!
«Το έθνος να λυπάστε αν φορεί ένδυμα που δεν το ύφανε. Ψωμί αν τρώει, αλλά όχι από τη σοδειά του. Κρασί αν πίνει, αλλά όχι από το πατητήρι του. Το έθνος να λυπάστε που δεν υψώνει τη φωνή, παρά μονάχα στην πομπή της κηδείας του. Που δεν συμφιλιώνεται παρά μονάχα μες στα ερείπιά του. Που δεν επαναστατεί παρά μονάχα σαν βρεθεί ο λαιμός του ανάμεσα στο σπαθί και την πέτρα. Το έθνος να λυπάστε που έχει αλεπού για πολιτικό, απατεώνα για φιλόσοφο, μπαλώματα και απομιμήσεις είναι η τέχνη του. Το έθνος να λυπάστε που έχει σοφούς από χρόνια βουβαμένους», γράφει ο Λιβανέζος ποιητής Χαλίλ Γκιμπράν.
Τα βάρη που φορτώθηκαν στον Έλληνα τον τσάκισαν. Τον γκρέμισαν κάτω από το όριο της φτώχειας. Το «Σοκ και δέος» της σχολής Σικάγου έχει τη βάση του στην καλλιέργεια και την εμπέδωση του φόβου στην κοινωνία. Υπό την απειλή ότι θα μας πετούσαν έξω από το ευρώ, διαλύθηκε η χώρα. Μετά από εφτά χρόνια λιτότητας ναι μεν παραμείναμε στο ευρώ, αλλά ευρώ στις τσέπες μας δεν υπάρχουν. Το ίδιο διάστημα κάποιοι που αμείβονται με 6.000 δίνουν μαθήματα σε άλλους πώς να ζουν με 600 ευρώ το μήνα.
Ρωτώ: Τι άλλαξε λοιπόν από την εποχή των κοτζαμπάσηδων, όταν ο πρόεδρος της Βουλής (Πορφύριος) έπαιρνε αμοιβή 500 γρόσια το μήνα, ενώ οι οπλαρχηγοί του 1821 μόνο 25; (Θεόδωρος Παναγόπουλος, «Τα ψιλά γράμματα της ιστορίας»).
Βρήκαν και τα κάνουν. Στη δημοκρατία μεγάλη ευθύνη έχει κι ο λαός. Και κυρίως η πλειοψηφία που επιλέγει την εκάστοτε πολιτική. Στην αποδόμηση της ελληνικής κοινωνίας δεν είναι άμοιρος ευθυνών ο λαός. «Η Ελλάδα έχει θυσιαστεί για να σωθεί η Ευρωζώνη. Και για να γίνει αυτό σας εκπαιδεύουν να αισθάνεστε ένοχοι γι’ αυτό που είστε», μας λέει η Ναόμι Κλάιν, η συγγραφέας του βιβλίου Σοκ και δέος.
Στο ίδιο πνεύμα και η φράση του Πάγκαλου «μαζί τα φάγαμε», για να χρεώσει στο λαό ευθύνες και να τον κάνει να αισθανθεί φταίχτης. Ως ένα βαθμό είναι αληθινή, με δεδομένη όμως την αναλογική ευθύνη. Γιατί δεν έφαγαν όλοι τα ίδια. Είναι άλλο να τρως μαρίδα κι άλλο συναγρίδα.
Ακόμη πιο δύσκολο θαρρώ πως είναι να σου κλέβουν την ελπίδα και τα όνειρα. Να σε «διώχνουν» από την πατρίδα. Τίποτα δεν άλλαξε από την εποχή των κοτζαμπάσηδων και μετά. Δυστυχώς βρήκαν και τα κάνουν!
_____
*Τρία πράγματα πρέπει να θυμάται ο Άρχοντας: Ότι είναι αρχηγός σε ανθρώπους, ότι διοικεί σύμφωνα με νόμους κι ότι δεν θα είναι πάντα αρχηγός.