Για σειρά καταστροφολογικών δημοσιευμάτων κάνει λόγο το υπουργείο Πολιτισμού, με αφορμή έγγραφα των υπηρεσιών του υπουργείου με τα οποία γνωστοποιούνται προτάσεις αφ’ ενός για την κήρυξη-οριοθέτηση ευρύτερου αρχαιολογικού χώρου στην περιοχή των Δήμων Αλίμου και Ελληνικού-Αργυρούπολης και αφ’ ετέρου για τον χαρακτηρισμό κτηρίων ως νεότερων μνημείων στην περιοχή της επένδυσης του Ελληνικού.
Το υπουργείο Πολιτισμού, για την αποκατάσταση της αλήθειας όπως χαρακτηριστικά τονίζει, επισημαίνει μεταξύ άλλων ότι η πρόταση κήρυξης-οριοθέτησης αρχαιολογικού χώρου αφορά σε μία ευρύτερη περιοχή στους Δήμους Αλίμου και Ελληνικού-Αργυρούπολης, περιλαμβάνοντας τμήμα της επένδυσης στο Ελληνικό και όχι ολόκληρη την επένδυση, όπως ανακριβώς αναφέρεται στα δημοσιεύματα.
Στο σύνολο της περιοχής αυτής έχουν ανασκαφεί στο παρελθόν και υπάρχουν ορατές αρχαιότητες, που ανήκουν στους αρχαίους Δήμους Αλιμούντος και Ευωνύμου. Το υπουργείο υπογραμμίζει ακόμη πως η κήρυξη-οριοθέτηση αρχαιολογικού χώρου δεν προκαλεί κανένα πρόβλημα στην εξέλιξη της επένδυσης του Ελληνικού ούτε στρέφεται ενάντιά της. Ωστόσο, «επισημαίνει και γνωστοποιεί με θεσμικό τρόπο ότι στην ευρύτερη περιοχή έχουν εντοπιστεί και υπάρχουν ορατές αρχαιότητες, συνεπώς θα πρέπει να τηρούνται οι προβλεπόμενες διαδικασίες του αρχαιολογικού νόμου, που ισχύουν σε όλα τα μεγάλα και μικρά έργα σε ανάλογες περιπτώσεις».
Όσον αφορά τα νεότερα μνημεία, τονίζεται πως ήδη στο παρελθόν έχουν γίνει χαρακτηρισμοί τεσσάρων κτηρίων στην περιοχή του Ελληνικού, συγκεκριμένα ο σταθμός του ανατολικού αεροδρομίου του αρχιτέκτονα Σάαρινεν και τρία υπόστεγα.
Το εργαστήριο αστικού περιβάλλοντος του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου κατέθεσε στο υπουργείο Πολιτισμού έκθεση-αίτηση, στην οποία «τεκμηριώνεται η μεγάλη ιστορική, αρχιτεκτονική και τεχνική αξία κτηρίων, εγκαταστάσεων και εξοπλισμού, που διατηρούνται στους χώρους του πρώην αεροδρομίου, τα οποία το ΕΜΠ ζήτησε να χαρακτηριστούν ως μνημεία, πρόταση που έχει υιοθετηθεί και από το Διεθνές Συμβούλιο Μνημείων και Τοποθεσιών (ICOMOS)».
Επίσης, επισημαίνεται ότι στο επόμενο διάστημα επίκειται εξέταση των προτάσεων στο Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο και το Κεντρικό Συμβούλιο Νεότερων Μνημείων κι αυτό έχει προγραμματιστεί να γίνει εγκαίρως, χωρίς να υπάρξει καμία καθυστέρηση στην εξέλιξη της επένδυσης. Επιπλέον, από το υπουργείο υποστηρίζουν ότι ο θόρυβος που έχει προκληθεί από τα δημοσιεύματα γύρω από το Ελληνικό οφείλεται «σε κύκλους που, θολώνοντας τα γεγονότα, επιδιώκουν να προκαλέσουν προβλήματα στην κυβέρνηση» και τονίζουν με έμφαση ότι «οι εξελίξεις για μία ακόμα φορά θα τους διαψεύσουν».