Επιστολή προς τη γενική διευθύντρια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου Κριστίν Λαγκάρντ απέστειλαν πριν από τη διεξαγωγή του δημοψηφίσματος της 5ης Ιουλίου τέσσερα μέλη του αμερικανικού Κογκρέσου για να εκφράσουν την αγωνία τους ως προς το πώς η ελληνική κρίση μπορεί να επηρεάσει και την οικονομία των ΗΠΑ.
Πρόκειται για τους συμπροέδρους της ομάδας του Δημοκρατικού Κόμματος στη Βουλή Κιθ Έλισον και Ραούλ Γκριχάλβα, τον επικεφαλής των Δημοκρατικών στη δικαστική επιτροπή της Βουλής Τζον Κόνιερς και τον ανεξάρτητο γερουσιαστή του Βερμόντ και υποψήφιο για το χρίσμα του Δημοκρατικού Κόμματος στις προεδρικές εκλογές του 2016, Μπέρνι Σάντερς.
Οι Αμερικανοί πολιτικοί θεωρούν ότι η μη ύπαρξη συμφωνίας μεταξύ Ελλάδας και δανειστών έριξε τη χώρα σε ύφεση με συνέπεια όσο περνάει ο καιρός η ανάκαμψη να γίνεται δυσκολότερη και ενδεχομένως να απειλεί και την αμερικανική οικονομία.
Κιθ Έλισον
«Ο ελληνικός λαός έχει ήδη υποφέρει στη διάρκεια μιας επώδυνης εξαετούς δημοσιονομικής προσαρμογής. Αν και φέτος η πρόβλεψη για ανάπτυξη ήταν της τάξης του 2,5% και για τη διαμόρφωση του πρωτογενούς πλεονάσματος στο 3% του ΑΕΠ, η οικονομική αναταραχή που προκλήθηκε από την αναμέτρηση της ελληνικής κυβέρνησης με τους πιστωτές της, συμπεριλαμβανομένου του περιορισμού της ρευστότητας από την ΕΚΤ και σε συνδυασμό με την εκροή καταθέσεων, το πλήγμα που δέχεται είναι τεράστιο» γράφουν μεταξύ άλλων τα μέλη του Κογκρέσου.
Μπέρνι Σάντερς
Όπως σημειώνουν στην επιστολή, η Ελλάδα χρειάζεται μια λύση που θα καταστήσει την οικονομική ανάκαμψη προτεραιότητα, διαφορετικά θα συνεχίσει να ολισθαίνει στην ίδια παγίδα της λιτότητας, της ύφεσης και της μη βιωσιμότητας του χρέους.
«Σας καλούμε να επιδείξετε ευελιξία το συντομότερο δυνατόν, ώστε να αποφευχθεί μια κατάσταση πτώχευσης ή άλλες ακούσιες συνέπειες» υπογραμμίζεται. Εκείνο που κάνει εντύπωση όμως είναι η επισήμανση των τεσσάρων Αμερικανών πως «θα είναι δύσκολο να υπάρξει πλειοψηφία στο Κογκρέσο των ΗΠΑ που θα υποστηρίξει τη μεταρρύθμιση αυτή, εάν το ΔΝΤ θεωρηθεί υπεύθυνο για περαιτέρω ζημία της ελληνικής οικονομίας, όπως και για τις προβλεπόμενες σήμερα συνέπειες τυχόν οικονομικής καταστροφής».