Το Μεγάλο Σάββατο για την ορθόδοξη πίστη σηματοδοτεί το τέλος της Εβδομάδας των Παθών και προετοιμάζει τον πιστό μέσα του για την Ανάσταση του Κυρίου. Στον Πόντο το Μεγάλο Σάββατο τα σπιτικά ήταν σιωπηλά, καθώς οι οικογένειες γευμάτιζαν από νωρίς ελαφρά και ξάπλωναν νωρίς για να μπορέσουν να ξυπνήσουν και να πάνε στην αναστάσιμη λειτουργία, με το σώμα και την ψυχή καθαρά. Τα ρούχα τους ήταν έτοιμα, καθαρά και φροντισμένα. Οι φορεσιές ήταν οι καλύτερες που διέθεταν, γιατί η Ανάσταση του Χριστού, που γινόταν αργότερα από ό,τι σήμερα, είναι μια ξεχωριστή στιγμή της Ορθοδοξίας. Πανηγυρική.
Όλες οι δουλειές είχαν τελειώσει από τη Μεγάλη Πέμπτη. Τα σπίτια έλαμπαν από πάστρα, και τα τραπέζια ήταν στολισμένα με τα καλύτερά τους· οι νοικοκυρές είχαν φτιάξει με φροντίδα και αγάπη τα πασχαλινά αυγά και τα τσουρέκια. Το Πάσχα για τους Ποντίους ήταν από τις μεγαλύτερες γιορτές του χρόνου.
Με το χτύπημα της καμπάνας ξυπνούσαν οι νοικοκύρηδες, οι οποίοι ετοιμάζονταν κι έφευγαν όλοι μαζί για την Ανάσταση. Δεν έλειπε κανείς από τη λειτουργία. Όλο το χωριό την παρακολουθούσε ευλαβικά, περιμένοντας τα αναστάσιμα λόγια του παπά.
Το «Χριστός Ανέστη» συνοδευόταν πάντοτε από τον ήχο που έβγαζαν τα πιστόφα, τα ρεβόλα, και τα άλλα όπλα που βροντούσαν για να διαλαλήσουν το αναστάσιμο μήνυμα.
Η λειτουργία συνεχιζόταν μέχρι το πρωί και κανείς δεν έφευγε. Τα παιδιά στο προαύλιο τσούγκριζαν τ’ αυγά – αυτό γινόταν και στα σπιτικά τους για τρεις ημέρες. Την πρώτη μέρα τσούγκριζαν με το μυτίν, τη δεύτερη με τον κώλον και την Τρίτη με την κοιλίαν τ’ ωβού.
Μετά τη μετάληψη –που γινόταν λίγο πριν χαράξει– και την απόλυση της εκκλησίας, επέστρεφαν στο σπίτι οικογενειακώς προσπαθώντας να διατηρήσουν το φως της λαμπάδας, για ν’ ανάψουν μ’ αυτό τα καντήλια τους. Συχνά προσκαλούσαν στο σπίτι συγγενείς ή φίλους, για να φάνε μαζί. Το τραπέζι ήταν γεμάτο από καλούδια και η ατμόσφαιρα γιορτινή, οικογενειακή, αναστάσιμη. Η μέρα της Λαμπρής!