Του Φάνη Μαλκίδη
Μέχρι το διωγμό των ελληνικών πληθυσμών από τον Πόντο και τις άλλες περιοχές του οθωμανικού κράτους όπου ζούσαν Έλληνες, οι ελληνόφωνοι του Πόντου διατηρούσαν ζωντανές και διαρκείς τις σχέσεις με τους Έλληνες χριστιανούς.
Το 1914 σύμφωνα με την επίσημη στατιστική του Οικουμενικού Πατριαρχείου, καταχωρημένη στα αρχεία του Υπουργείου Εξωτερικών της Ελλάδος, υπολόγισε ότι οι ελληνόφωνοι μουσουλμάνοι ανέρχονταν σε 190.000. Η απομάκρυνση όμως των Ελλήνων χριστιανών (αλλά και μουσουλμάνων) μετά το 1923, μετά τις διώξεις, άφησε αυτούς τους πληθυσμούς χωρίς επαφή τόσο με το ελληνικό στοιχείο όσο και με την Εκκλησία, με εξαίρεση αυτούς που μετανάστευσαν στην Κωνσταντινούπολη, όπου και δημιούργησαν ισχυρές κοινότητες, οι οποίες διατήρησαν και διατηρούν τις παραδόσεις και κυρίως την ποντιακή διάλεκτο. Όμως παρά την απουσία επαφής και την σχεδιασμένη πολιτική βίαιης ενσωμάτωσή τους στην τουρκική κοινωνία, αυτοί οι πληθυσμοί διατηρούν σήμερα στοιχεία της διαλέκτου τα οποία, αρχίζουν να αναζητούν από τη δεκαετία του 1960, όταν συμμετείχαν με μεγάλο αριθμό στο μεταναστευτικό κύμα από την Τουρκία προς τη Δυτική Ευρώπη. Εκεί συναντούνται με τους Έλληνες ποντιακής καταγωγής μετανάστες και σταδιακά αποκαθίστανται οι πρώτες επαφές, μέσω της κοινής στους αιώνες ελληνικής γλώσσας, των εθίμων, των παραδόσεων, του χορού και του τραγουδιού και άλλων στοιχείων.
Σήμερα ο (άγνωστος) αυτός αριθμός Ελληνόφωνων μουσουλμάνων- κρυπτοχριστιανών, στην προσπάθειά της να βρει απαντήσεις για την καταγωγή, τον πολιτισμό, την ιστορία, την ταυτότητα πορεύονται ένα δύσκολο δρόμο αυτογνωσίας και αναζήτησης ταυτότητας. Για τη σημερινή κατάσταση σε ότι αφορά αριθμητικά δεδομένα των κρυπτοχριστιανών- Ελληνόφωνων μόνο υποθέσεις μπορούν να γίνουν, αφού δεν υπάρχουν στοιχεία λόγω της στάσης των τουρκικών αρχών.
Κοινωνικά, οι κρυπτοχριστιανοί- ελληνόφωνοι του Πόντου ήταν και παραμένουν συντηρητικές πληθυσμιακές ομάδες, συχνά χαρακτηρίζονται από κλείσιμο στον εαυτό τους, πολύ ισχυρούς οικογενειακούς, συγγενικούς και τοπικούς δεσμούς -συνεχίζει να επικρατεί η ενδογαμία- και είναι εξαιρετικά ανθεκτικοί στις όποιες αλλαγές επιχειρείται να τους επιβληθούν. Αλλαγές οι οποίες στο τουρκικό κράτος στόχο την εισαγωγή μίας ενιαίας τουρκικής ταυτότητας και γλώσσας.
Ωστόσο τις τελευταίες δεκαετίες η αίσθηση της ιδιαίτερης ταυτότητας αυξάνεται και συνοδεύεται από πράξεις διανοητικής και πολιτιστικής εξύψωσης. Όμως ακόμη και αυτές οι προσπάθειες εκ μέρους των νέων κυρίως Ποντίων να εκφράσουν με λόγια ή με γραπτά κείμενα την ποντιακή τους διάλεκτο, την ιστορία, την πολιτιστική ταυτότητα αυτού του λαού. Τους περιορισμούς στην ελευθερία έκφρασης των εξισλαμισμένων Ποντίων που μιλούν σήμερα την ποντιακή διάλεκτο της ελληνικής γλώσσας και ζουν σήμερα στην Τουρκία, έχει καταγγείλει στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών και προς τον Οργανισμό για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη (ΟΑΣΕ) η μη κυβερνητική οργάνωση «Διεθνής Ένωση για τα Δικαιώματα και την Απελευθέρωση των Λαών», με γραπτή έκθεσή της, ενώ προφορική παρέμβαση στην 58η συνεδρίαση της επιτροπής του ΟΗΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα έγινε για το ίδιο θέμα και από η μη κυβερνητική οργάνωση «MRAP – Κίνηση ενάντια στο ρατσισμό – για τη φιλία ανάμεσα στους λαούς». Η μη κυβερνητική οργάνωση περιγράφοντας αυτή την κατάσταση, επιθυμούσε να επιμείνει στην ανυπαρξία ελευθερίας έκφρασης των Ποντίων, στη σημερινή Τουρκία, ενώ η αναφορά έγινε και στη πληροφόρηση για τις συνθήκες ζωής αυτού του λαού, αφού διεθνής κοινότητα οφείλει να γνωρίζει αυτή την κατάσταση. Επιπλέον, όπως επισημάνθηκε στην αναφορά της μη ανωτέρω κυβερνητικής οργάνωσης, οι παρεμβάσεις προς την κατεύθυνση της άρσης της διάκρισης εναντίον αυτού του λαού, αποτελούν ένα βήμα προς τη διαφύλαξη ενός ζώντος πολιτισμού, ο οποίος έχει εμπλουτίσει την ανθρωπότητα.
Από την εισήγηση στο Διεθνές Συνέδριο «Γλώσσα και κοινωνία» της φιλολογικής σχολής του Πανεπιστημίου στο Μινσκ Λευκορωσίας ( 1-2/12/2006) του Φάνη Μαλκίδη.