Στις μέρες του Δωδεκαημέρου, όταν στη λαϊκή φαντασία «ανοίγουν» οι ουρανοί και ο κόσμος γεμίζει θαύματα, οι Πόντιοι διηγούνταν ιστορίες όπου ο Χριστός κατεβαίνει στη γη μεταμορφωμένος για να δοκιμάσει τους ανθρώπους.
Μία από αυτές είναι το παραμύθι «Ο Χριστόν κι ο Βασίλης», όπως το κατέγραψε ο Σίμος Λιανίδης και σώζεται στο Αρχείον Πόντου της Επιτροπής Ποντιακών Μελετών.
Ο Βασίλης, ένας απλός και καλοσυνάτος άνθρωπος, συναντά στο δρόμο του τον άγνωστο διαβάτη – που δεν είναι άλλος από τον ίδιο τον Χριστό. Μέσα από τη φιλοξενία, τις δοκιμασίες και τους πειρασμούς, ξετυλίγεται μια ιστορία για το τι σημαίνει να είσαι άνθρωπος: να ανοίγεις το σπίτι σου, να βοηθάς τον φτωχό, να πέφτεις και να σηκώνεσαι.
Η αφήγηση οδηγεί τον ήρωα ακόμη και μπροστά στις πύλες του Παραδείσου και της Κόλασης, σε ένα έντονα συμβολικό ταξίδι, όπου το καλό και το κακό συγκρούονται, αλλά στο τέλος νικούν η μετάνοια και η αγάπη. Είναι ακριβώς το πνεύμα των γιορτινών ημερών: η ελπίδα ότι ο άνθρωπος μπορεί να αλλάξει και να σωθεί.
Το παραμύθι είναι γραμμένο στην ποντιακή διάλεκτο, με τον ζωντανό ρυθμό της προφορικής αφήγησης. Η αξία της καταγραφής του Σίμου Λιανίδη είναι ανεκτίμητη· χάρη σε τέτοιες συλλογές και στη δουλειά της Επιτροπής Ποντιακών Μελετών, η γλώσσα, οι μνήμες και ο τρόπος σκέψης των Ποντίων δεν χάθηκαν, αλλά συνεχίζουν να μας μιλούν – ειδικά αυτές τις μέρες που αναζητούμε νόημα πίσω από τα έθιμα και τις γιορτές.
Αυτή είναι λοιπόν η ιστορία του Χριστού και του Βασίλη:



















