Το 1857 ήταν ένα ξύλινο παράπηγμα1. Σαράντα ένα χρόνια μετά, το 1898, αποτελούσε τον νεότερο αλλά και ταυτοχρόνως «λαμπρότερο»2 ναό της Σμύρνης. Ο ναός της Αγίας Αικατερίνης, σχέδιο του αρχιτέκτονα Ξενοφώντα Λάτρη, βρισκόταν νότια των Σχοινάδικων και πριν να καταστραφεί ολοσχερώς από την πύρινη λαίλαπα του 1922, πανηγύριζε την 25η Νοεμβρίου, της Αγίας Αικατερίνης της Μεγαλομάρτυρος.
Από τον καλλιμάρμαρο ναό, σημαντικό θρησκευτικό και κοινοτικό κέντρο για την ελληνορθόδοξη κοινότητα της Σμύρνης, δεν απέμεινε σχεδόν τίποτα.
«Εγερθείς ενωρίς την πρωίαν, ανεχώρησα δια τον ιερόν ναόν της Αγίας Αικατερίνης, δια να γνωρίσω ένα ναόν, όστις εφημίζετο ως ο λαμπρότερος της Σμύρνης , να ακούσω δε και τον εν αυτώ ψάλλοντα διακεκριμένον ιεροψάλτην Παντελήν Παρρησιάδην. Ούτος είχε διαδεχθή εν τω ναώ τούτω, ως φαίνεται, τον φημιζόμενον επίσης ιεροψάλτην Πέτρον Μανέαν, όστις είχε μετατεθή εις τον όχι μακράν ευρισκόμενον ναόν του Αγ. Δημητρίου. Εντός ολίγου ευρέθην προ του ναού.
»Ήτο πάλλευκος, καλλιμάρμαρος, όντως δε ο λαμπρότερος και μεγαλύτερος της πόλεως. Περισσοτέρα ήτο η έκστασις και ο θαυμασμός μου όταν εισήλθον εντός του ναού. Από το περίφημον τούτο της Ορθοδοξίας τέμενος δεν διεσώθη, δυστυχώς, μετά την καταστροφήν, παρά μόνον το πηγάδι που ευρίσκετο εις την αυλήν της εκκλησίας.

»Εις τον ναόν αυτόν, έψαλλε πράγματι ο Παντελής Παρρησιάδης, τον οποίον ευρήκα απολύτως άξιον της καλής του φήμης. Ήτο πλέον ο Παρρησιάδης γεροντάκος, μετρίου αναστήματος, καλλίφωνος και καλώς κατηρτισμένος ψάλτης, ψάλλων με προσοχήν και τέχνην όλους τους ύμνους της ακολουθίας. Εις το χερουβικόν, όταν έφθανε εις το “Τριάδι” οπότε, ανέπτυσσεν όλην του την ικανότητα, εγίνετο ολοκόκκινος από την προσπάθειαν που κατέβαλλεν, εθαύμαζε τις, ενθυμούμαι το μεγαλειον μάλλον της… Ανατολής παρά του Βυζαντίου, διότι τότε η ψαλμωδία μετεβάλλετο σχεδόν εις “αμανέ”.
»Ποιος αμφισβητεί την μοιραίαν επίδρασιν, αντιστάσεως μάλιστα μη ούσης, της ασιατικής επί της βυζαντινής μουσικής; Εγνώριζεν όμως ο δόκιμος ιεροψάλτης τα όρια μέχρι των οποίων, κατ’ εξαίρεσιν βεβαίως και οικονομίαν, ηδύνατο να φθάση, και τον δρόμον ο οποίος θα τον επανέφερεν εις την ορθήν οδόν της γνησίας βυζαντινής γραμμής. Όπως όμως έκαμνεν αυτήν την κλίσιν προς… Ανατολάς, έτσι μετετοπίζετο όταν του ταίριαζε, και προς την αντίθετον, προς Δυσμάς, κατεύθυνσιν, δεχόμενος την κατά το ευρωπαϊκόν σύστημα διφωνίαν εις τα Εξαποστειλάρια, τα Αντίφωνα και άλλα από διαφόρους νέους, οι οποίοι απετέλουν την χορωδία του», έγραφε στο ημερολόγιό του την επομένη της Πρωτοχρονιάς του 1922, ο θεολόγος Νικόλαος Ζευγαδάκης που εκείνη την εποχή ήταν κληρωτός στρατιώτης3.
Τα ερείπια της εκκλησίας έμειναν για δεκαετίες στο σημείο μέχρι που, σύμφωνα με Τούρκους πολίτες, κατεδαφίστηκαν με δυναμίτη, τη δεκαετία του 19604.
Η μεγάλη γιορτή της αγίας Αικατερίνης
Πριν από το 1922, η πανήγυρη της αγίας Αικατερίνης στη Σμύρνη ήταν από τις μεγαλύτερες στην περιοχή. Τα κορίτσια φορούσαν λευκές κορδέλες προς τιμήν της αγίας.
Παραμονή της γιορτής, ο ναός φωτιζόταν εσωτερικά και εξωτερικά και τελούνταν ο Μέγας Πανηγυρικός Εσπερινός. Επί δεκαετίες γινόταν και αγρυπνία. Της αρχιερατικής λειτουργίας χοροστατούσε ο μητροπολίτης Σμύρνης ενώ συμμετείχαν και ιερείς από άλλες ενορίες. Πριν από το 1910 υπάρχουν αναφορές για περιφορά της εικόνας στους δρόμους γύρω από το ναό.
Μετά τη Θεία Λειτουργία, στο προαύλιο, μουσικοί έπαιζαν λατρευτικούς ύμνους ενώ κυρίες πρόσφεραν άρτους, κεράσματα και μαστίχα ή ροδόνερο.
Πηγές
•1 levantineheritage.com/
•2 ehw.gr
•3,4 stonisi.gr
Διαβάστε ακόμα: Ιστορικό ντοκουμέντο: Ένας λαχνός του 1902, «Υπέρ ανεγέρσεως του νέου ναού της Αγίας Αικατερίνης» στη Σμύρνη
















