13 Σεπτεμβρίου 1997. Η Ελλάδα ζει το πανηγύρι της ανάθεσης των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004. Και ξαφνικά, το γέλιο πετρώνει στα χείλη των Ελλήνων, φιλάθλων και μη. Ο Γιώργος Μητσιμπόνας, ο άνθρωπος που τη δεκαετἰα του ’80, ήταν από τους παίκτες που έφεραν την Αθλητική Ένωση Λάρισας στην πρώτη γραμμή, ήταν νεκρός. Ένα τροχαίο έκοψε το νήμα της ζωής του στα 35 του χρόνια.
Το μοιραίο έγινε λίγο πριν από τις δύο το μεσημέρι και ενώ κατευθυνόταν μαζί με τον φίλο του, δημοσιογράφο Νίκο Μίχο προς την Κοζάνη όπου ο Τύρναβος (η τελευταία του ομάδα) θα έδινε φιλικό αγώνα προετοιμασίας με την τοπική ομάδα, Φ.Σ. Κοζάνη. Το αυτοκίνητο που οδηγούσε ο ίδιος συγκρούστηκε πλαγιομετωπικά με ημιφορτηγό στο ύψος του χωριού Γιάννουλη, 4,5 χιλιόμετρα από τη Λάρισα. Ο Μητσιμπόνας τραυματίστηκε σοβαρά και διακομίστηκε στο νοσοκομείο της Λάρισας όπου και άφησε την τελευταία του πνοή. Επίσημα, σύμφωνα με τον διευθυντή της κλινικής, η αιτία θανάτου ήταν τα πολλαπλά κατάγματα και η ακατάσχετη εσωτερική αιμορραγία.
Ο «βυσσινί» άρχοντας
Γεννήθηκε στις 11 Νοεμβρίου του 1962 στην Τσαριτσάνη Λάρισας και από μικρός λάτρευε το ποδόσφαιρο. Έτσι σε νεαρή ηλικία, άρχισε να παίζει μπάλα στην ομάδα της γενέτειράς του, τον «Οικονόμο Τσαριτσάνης» όπου αγωνιζόταν στη θέση του σέντερ φορ. Αρχικά βέβαια, γιατί μετά τον ξεχώρισε η Ένωση Ποδοσφαιρικών Σωματείων Λάρισας (ΕΠΣΛ). Έτσι έγινε βασικό στέλεχος της μικτής ομάδας ΕΠΣΛ, με τη φανέλα της οποίας αγωνίστηκε και στο εξωτερικό, το 1979, σε ηλικία μόλις 17 ετών.
Tο 1981 μεταγράφηκε στην ΑΕΛ μετά από σκληρές και περιπετειώδεις διαβουλεύσεις επί διοικήσεως Σίμου Παλαιοχωρλίδη, όντας επιλογή τού τότε προπονητή της ομάδας Αντώνη Γεωργιάδη. Το βάπτισμα του πυρός με τους «βυσσινί», θα έπαιρνε στις 10 Ιανουαρίου του 1982 στα Ιωάννινα, σε θέση σέντερ φορ και με αντίπαλο τον τοπικό ΠΑΣ Γιάννινα. Ένα μήνα αργότερα στις 7 Φεβρουαρίου 1982, το παρθενικό του γκολ στην Α’ Εθνική θα χάριζε στην ομάδα του την εκτός έδρας νίκη επί της Ρόδου (0-1). Κατά την πρώτη του χρονιά στους «βυσσινί» πέτυχε τρία τέρματα σε 15 αγώνες.
Την επόμενη περίοδο ο Γιάτσεκ Γκμοχ τον καθιέρωσε στη θέση του κεντρικού αμυντικού. Οι καλές εμφανίσεις του είχαν ως φυσικό επακόλουθο την κλήση του, το 1984, στην Εθνική Ελλάδος. Όντας επί σειρά ετών αναντικατάστατο στέλεχος αλλά και αρχηγός της Λάρισας συνέβαλε τα μέγιστα στις μεγάλες επιτυχίες του συλλόγου τη δεκαετία του 1980: φιναλίστ κυπέλλου τις περιόδους 1981-82 και 1983-84, δεύτερη θέση την περίοδο 1982-83 και κατάκτηση του κυπέλλου, το 1985, με θρίαμβο επί του τότε πρωταθλητή ΠΑΟΚ με 4-1. Την ίδια χρονιά η ΑΕΛ έφτασε μέχρι τα προημιτελικά του Κυπέλλου Κυπελλούχων αλλά και την κατάκτηση του πρωταθλήματος το 1988, που αποτελεί τη μεγαλύτερη στιγμή της καριέρας του, ως αρχηγός της ομάδας, καθώς ο τίτλος εξασφαλίστηκε με δικό του εναέριο τέρμα στο 87′ (εκείνη την περίοδο σκόραρε άλλες 7 φορές) στην εντός έδρας αναμέτρηση με τον Ηρακλή, την Πρωτομαγιά του 1988, στο πλαίσιο της 29ης αγωνιστικής.
Το μεγάλο αντίο
Το καλοκαίρι του 1989 αποχώρησε από τη Λάρισα. Μετά από σκληρές διαπραγματεύσεις αρκετών ημερών υπέγραψε συμβόλαιο συνεργασίας, με τον ΠΑΟΚ του Θωμά Βουλινού να πληρώνει ένα ποσό κοντά στα 90 εκατομμύρια δραχμές: 70 δόθηκαν στη Λάρισα και 20 στον παίκτη (η ακριβότερη ως τότε μεταγραφή της ιστορίας του ΠΑΟΚ). Στον «δικέφαλο του Βορρά» αγωνίστηκε για τρία χρόνια μετρώντας 95 συμμετοχές και 3 γκολ. Έλαβε μάλιστα μέρος και στους διπλούς τελικούς του κυπέλλου, το 1992, κόντρα στον Ολυμπιακό. Νικητές και τροπαιούχοι ήταν οι «ερυθρόλευκοι» (1-1 ο πρώτος αγώνας στην Τούμπα και 2-0 για τον Ολυμπιακό στον επαναληπτικό).
Το καλοκαίρι του 1992 αποχώρησε από τον ΠΑΟΚ και μεταπήδησε στον Ολυμπιακό, όπου παρέμεινε για δύο χρόνια μετρώντας 51 συμμετοχές και 9 τέρματα σε αγώνες πρωταθλήματος. Πανηγύρισε την κατάκτηση του Σούπερ Καπ του 1992 ενώ συμμετείχε και στον χαμένο τελικό του 1993 κόντρα στον Παναθηναϊκό που είχε νικητές τους «πράσινους» με 1-0.
Η επιστροφή στον κάμπο
Το καλοκαίρι του 1994 επέστρεψε στη Λάρισα, την ομάδα με την οποία καθιερώθηκε στο ελληνικό ποδόσφαιρο. Κατά τη δεύτερη θητεία του αγωνίστηκε σε 56 αγώνες και σκόραρε 7 φορές, δεν κατάφερε όμως μαζί με τους συμπαίκτες του να αποτρέψουν τον υποβιβασμό του συλλόγου στην Β’ Εθνική το 1996. Μετά τον υποβιβασμό της θεσσαλικής ομάδας αποχώρησε οριστικά από τον σύλλογο, μετά από εισήγηση τού τότε προπονητή της ΑΕΛ Γιώργου Φοιρού, αν και ο ίδιος ως αρχηγός της ομάδας είχε εκφράσει την επιθυμία να την ακολουθήσει στη Β’ Εθνική. Σε 10 συνολικά χρονιές στους «βυσσινί» είχε 344 συμμετοχές και 38 γκολ συνολικά.
Το 1996 δέχτηκε πρόταση από την κυπριακή ομάδα Ανόρθωση Αμμοχώστου, όμως προτίμησε να παραμείνει με την οικογένειά του στη Λάρισα, τη σύζυγό του Βάσω και τις δύο κόρες τους. Επόμενος και τελευταίος σταθμός της καριέρας του ήταν η Α.Ε. Τυρνάβου, ομάδα της Γ’ Εθνικής, στην οποία επίσης ήταν ο αρχηγός. Προπονητή είχε τον πρώην συμπαίκτη του στη Λάρισα Νίκο Αργυρούλη. Την περίοδο 1996-97 είχε 29 συμμετοχές και 8 γκολ βοηθώντας τη θεσσαλική ομάδα να φτάσει στην 4η θέση του Βορείου Ομίλου της Γ’ Εθνικής.
Η μνήμη
«Σε είκοσι λεπτά είχαμε μάθει όλοι το τραγικό συμβάν. Το νέο μεταδόθηκε σαν αστραπή. Πήγαμε στο νοσοκομείο να μάθουμε λεπτομέρειες και δυστυχώς μάθαμε πως ο Γιώργος Μητσιμπόνας, ο φίλος μας, ο συμπαίκτης μας, ο οικογένειάρχης και πατέρας δεν ήταν στη ζωή. Ήταν αδύνατο να το εμπεδώσουμε σαν πραγματικότητα. Δεν το συνηθίσαμε ποτέ» δήλωσε ο Γιάννης Αλεξούλης, άνθρωπος του ποδοσφαίρου.
Η κηδεία του έγινε, την επομένη του δυστυχήματος, σε βαρύ κλίμα στο Νέο Κοιμητήριο Λάρισας παρουσία πλήθους κόσμου.
Tραγική ειρωνεία: Όταν ο Γιώργος Μητσιμπόνας είχε φύγει από τον Ολυμπιακό, πριν από το τραγικό δυστύχημα, το 1994, είχε δηλώσει «δεν στενοχωριέμαι που φεύγω από τον Ολυμπιακό, στενοχωριέμαι για τον θάνατο του Άιρτον Σένα». Ο κορυφαίος πιλότος , είχε χάσει την ζωή του την 1η Μαΐου 1994 όταν συνέβη το θανατηφόρο δυστύχημα και ο Μητσιμπόνας τον μνημόνευσε σε μια άκαιρη συγκυρία, εκτιμώντας το ταλέντο και το ριψοκίνδυνο χαρακτήρα του Βραζιλιάνου οδηγού της F1.
Η ομάδα «Οικονόμος Τσαριτσάνης» διοργανώνει κάθε χρόνο τουρνουά στη μνήμη του που φέρει και το όνομά του, όπως και το γήπεδο του συλλόγου.
Στο γήπεδο ποδοσφαίρου στον Τύρναβο υπάρχει προτομή για τον Γιώργο Μητσιμπόνα.
Πέρυσι η κόρη του Πωλίνα, είχε γράψει σε λογαριασμό της στα social:
«Θα σου πω μια ιστορία για μένα που δεν ξέρω αν έχεις το στομάχι να την αντέξεις.. Μικρούλα λοιπόν τέτοια μέρα πριν από 27 χρόνια έπαιζα με την αδερφή μου όταν μας φώναξε η μαμά να πάμε στο νοσοκομείο γιατί “χτύπησε ο μπαμπάς”… φτάνοντας όμως εκεί τα πράγματα άλλαξαν… κλάματα, φωνές και εγώ να μην καταλαβαίνω γιατί; Γιατί σέρνουν την μαμά; Γιατί κλαίει; Στο πόδι δεν χτύπησε ο μπαμπάς; Γιατί φωνάζει “γύρνα πίσω”; Από κει και πέρα κενό. Πάρτε τα παιδιά απ’ το σπίτι έλεγαν. Όχι δεν φεύγω απ’ τη μαμά… γιατί τόσος κόσμος μαζεμένος στο σπίτι μας; Γιατί έφυγαν τα έπιπλα από το σαλόνι; Πού πήγε ο μπαμπάς;
»Και μετά… τον είδα… όσα χρόνια και να περάσουν αυτήν την εικόνα δεν θα την ξεχάσω ποτέ… όχι εκεί μέσα ο μπαμπάς μου… τι κάνει εκεί; Κοιμάται; Θα ξυπνήσει; Δε γίνεται να μην ξυπνήσει… είναι ο μπαμπάς μου! Ο δυνατός… ο ήρωας μου…
»Μου χαμογέλασε… το είδα πως μου χαμογέλασε… Από τότε λοιπόν η μικρή Πώλα… έτσι με έλεγε ο μπαμπάς μου… δεν έπαιζε πλέον στη γειτονιά τα απογεύματα αλλά πήγαινε στο κοιμητήριο».
Για την ιστορία, ο Γιώργος Μητσιμπόνας αγωνίστηκε στην Εθνική Ελλάδας για πρώτη φορά στις 18 Ιανουαρίου 1984, στην εντός έδρας ήττα με 1-3 από την Ανατολική Γερμανία, ενώ η τελευταία του συμμετοχή ήταν στην αναμέτρηση με την Κύπρο το 1992. Έπαιξε συνολικά 26 φορές με το εθνόσημο σκοράροντας μια φορά. Επίσης το 1983-1984 αγωνίστηκε στην ολυμπιακή ομάδα (4 αγώνες – 1 γκολ).
Σπύρος Δευτεραίος