Οι Τούρκοι πίστευαν ότι ήταν ομαδικοί τάφοι ηρώων πολεμιστών και προσεύχονταν. Οι Πόντιοι, παρόλο που δεν έδιναν και μεγάλη σημασία, γνώριζαν πως τα «τουμπία» έπαιζαν κάποιο ρόλο. Υπάρχουν αναφορές πράγματι για ταφή νεκρών αλλά και για δημιουργία υπόγειων χριστιανικών εκκλησιών ή χώρων που λειτουργούσαν ως αναχώματα διαφόρων τύπων.
Ο Γεώργιος Κανδηλάπτης έγραψε σχετικό άρθρο στο “Βήμα” της Ευξείνου Λέσχης Θεσσαλονίκης, το 1961, με τίτλο «Τα “τουμπία” εις τον Πόντον».
Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην ενότητα Λαογραφικά του Πόντου, στο φύλλο 11-12 της εφημερίδας. Ακολουθεί η μεταγραφή του στα νέα ελληνικά.
≈
Σε πολλά μέρη του Πόντου και κυρίως στις επαρχίες Χαλδίας, Μπαϊμπούρτ, Ερζερούμ και Ερζιγκιάν, τόσο στα πεδινά μέρη όσο και στις κορυφές γηλόφων και ψηλών βουνών καθώς και δημοσίων λεωφόρων, υπήρχαν χωμάτινα υψώματα, γνωστά στους Ποντίους με τα ονόματα χώματα ή τουμπία και τουρκιστί τουμπέ.
Οι Πόντιοι δεν έδιναν μεγάλη σημασία σ’ αυτά τα τουμπία. Οι Τούρκοι όμως πίστευαν ότι ήταν ομαδικοί τάφοι ηρώων (καχριμάν) πολεμιστών κι έτσι γονάτιζαν και προσεύχονταν με θρησκευτικό και φυλετικό φανατισμό.
Ο αείμνηστος ιατρός και μελετητής Αχιλλέας Σαμοθράκης παραδέχεται ότι η λέξη «τουμπία» και το τουρκικόν «τουμπέ» παράγεται από το ελληνικό τύμβος και ότι τα τουμπία ήταν μέρη όπου θάβονταν ή καίγονταν οι νεκροί, και πάνω από τα οποία έριχναν χώματα και πέτρες έτσι ώστε να σχηματιστεί τεχνητό ύψωμα σαν λόφος για να είναι απαραβίαστο από τους τυμβωρύχους και τα άγρια θηρία. Ετυμολογώντας δε τη λέξη «τύμβος» ισχυρίζονταν ότι παράγεται από το ρήμα τύφω που σημαίνει «καίω βαθμηδόν».
Ο διακεκριμένος όμως Θρακιώτης λαογράφος μεγάλος αρχαιολόγος και λόγιος Γεώργιος Λαμπουσιάδης (1858-1926) αναφέρει στο Θρακ. Μελέται 1911 το εξής: «Από των βυζαντινών χρόνων οι αυτοκράτορες καθιέρωσαν το σύστημα της από λόφου εις λόφον αναγγελίας εις την πρωτεύουσαν περί επιδρομής βαρβάρων, εις δε την Μ. Ασίαν αντί τεχνητών λόφων εχρησιμοποίουν τας κορυφάς των ορέων».
Ο Ηπειρώτης Ηροκλής Βασιάδης (σ.σ. Έλληνας ιατροφιλόσοφος, ιδρυτής του Ελληνικού Φιλολογικού Συλλόγου Κωνσταντινουπόλεως) λέει από την πλευρά του, «Επί των υψηλών ορέων και εις επίκαιρα επί λόφων στρατηγικά σημεία υπήρχε φρουρά, ήτις διά σημάτων εξήγγειλε την επιδρομήν των βαρβάρων».
Άλλος λαογράφος ο Χ. Χρυσοχόου σε μελέτη του (Αι Τούμπαι 1907) γράφει: «Θα ήτο ακατανόητος ο σκοπός της ανεγέρσεων τόσων γηλόφων, αν δεν είχον κάποιαν σκοπιμότητα».
Επειδή και τα «τουμπία» στον Πόντο βρίσκονταν τα περισσότερα κατά μήκος των ποταμών Κάνεως, Λύκου και Ευφράτη και σε στρατηγικά σημεία, μπορούμε να υποθέσουμε ότι τα περισσότερα δημιουργήθηκαν για να εξασφαλίσουν και να περιφρουρήσουν τις μεγάλες στράτες μέσω των οποίων περνούσαν τα εμπορικά καραβάνια, τα ένοπλα τάγματα και οι διπλωματικές αποστολές, καθώς και για την έγκαιρη αναγγελία της εμφάνισης και επιδρομής βαρβάρων.
Μετά την πτώση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας τα τουμπία, όπως ήταν φυσικό, αποδείχθηκαν άχρηστα. Απέμειναν όμως έντονα στην ανάμνηση των παλαιοτέρων ως τόποι ιεροί. Γι’ αυτό και πολλές φορές χρησιμοποιούνταν ως τόποι συνεδριάσεως των προκρίτων ή συγκεντρώσεως των χωρικών για διασκεδάσεις και χορούς.
Πολλά όμως «τουμπία» είχαν άλλη προέλευση.
Ενθυμούμαι καλώς, γράφει ο Γ. Κανδηλάπτης, «ότι εις το χωρίον Καστρικέτα του Πόντου, ημέτερός τις χωρικός έχων εις το μέσον του αγρού του γήλοφον ύψους 3-4 μέτρων το οποίον ημπόδιζεν την καλλιέργειαν του αγρού του, απεφάσισεν να τον ισοπεδώση. Ότε όμως ανέσκαψεν το “τουμπίν” εύρεν εις την βάσιν του οστά ανθρώπινα, καθώς και σταυρούς αργυρούς και ορειχάλκινους. Το γεγονός τούτο μαρτυρεί ότι μερικά τουμπία ήσαν κοινοτάφια πολεμιστών, ημετέρων όμως, διότι οι Οθωμανοί ουδέποτε θάπτουν τους νεκρούς των ομαδικώς εις ένα τάφον».
Επίσης όταν ήδη από το 1750 άρχισαν οι αθρόες μετοικεσίες από τον Πόντο σε διάφορα μεταλλοφόρα μέρη της Ανατολής, «οι πρόγονοί μας προς αποφυγήν της κατεδαφίσεως και βεβηλώσεως των ναών, οι οποίοι ως επί το πλείστον ήσαν υπόγειοι κατακόμβαι, απέκρυπτον αυτούς, δι’ επιχωματώσεως και επ’ αυτών ίδρυον πρόχειρα παρεκκλήσια, τα οποία μέχρις ημών διεσώθησαν υπό το όνομα “χώματα” και “τουμπία”». Όπως δε οι πρώτοι Χριστιανοί από θρησκευτικό ζήλο ίδρυσαν πάνω από κάθε ειδωλολατρικό βωμό χριστιανικό ναΐσκο, έτσι και οι Οθωμανοί της Ανατολής, πολλά τουμπία τα μετέτρεψαν σε τόπους προσευχής, είτε από θρησκευτικό φανατισμό, είτε λόγω της ανάμνησης ότι οι πρόγονοί τους ήταν Έλληνες Χριστιανοί εκτουρκισθέντες βιαίως, καλούντες τους τόπους αυτούς «τουμπέ».
Στο χωριό Χρυσούλ της Άτρας ανακαλύφθηκε κάτω από τα χώματα «τουμπέ», μεγαλοπρεπής ναός με θαυμάσια διατηρημένες τις εικόνες των Αγίων επί των τοίχων.
















