Το όνομά της φέρει το Κέντρο Προβολής Σπηλαίου & Υποδοχής Επισκεπτών του σπηλαίου Περάματος Ιωαννίνων. Τον Νοέμβριο του 1950 υπήρξε εκ των συνιδρυτών της Ελληνικής Σπηλαιολογικής Εταιρείας (ΕΣΕ). Στη διάρκεια του σχεδόν εκατονταετούς βίου της εξερεύνησε πάνω από 1.000 σπήλαια, ασχολήθηκε συστηματικά με τη χαρτογράφησή τους, δημοσίευσε μεγάλο αριθμό σπηλαιολογικών άρθρων στο Δελτίο της ΕΣΕ και σε άλλα έντυπα, ενώ συνέβαλε καθοριστικά στην τουριστική ανάδειξη μοναδικών σπηλαίων της Ελλάδας από πλευράς ιστορικής/ανθρωπολογικής αλλά και φυσικού κάλλους.
Ο λόγος για την Άννα Πετροχείλου, το γένος Μινάρδου, τη λεγόμενη και «Κυρία των Σπηλαίων», την πρωτοπόρο Σμυρνιά που ήδη από τη δεκαετία του 1930 χάρασσε δρόμους αδιανόητους τότε για μια γυναίκα.
Ακόμα κι αν κάποιος δεν έχει ακούσει το όνομά της, σίγουρα έχει επισκεφθεί κάποιο σπήλαιο που εκείνη εξερεύνησε ή χαρτογράφησε, είτε είναι στην Αττική (Παιανίας, Πεντέλης) είτε στην Ήπειρο (Ιωαννίνων) είτε στην Αργολίδα (Καραθώνας) είτε στη Μακεδονία (σπήλαιο Αγ. Γεωργίου Κιλκίς), κ.ο.κ.

Ήταν η πρώτη Ελληνίδα που ανέβηκε στην κορυφή του Ολύμπου (1930) και των Άλπεων (1935). Διέσχισε τον «Μαύρο Παγετώνα» της Νορβηγίας και έφθασε μέχρι την 81° βόρειου πλάτους, στον Βόρειο Πόλο. Όπως είχε πει σε συνέντευξη που είχε παραχωρήσει στην εφ. Τα Νέα, στη δύση της ζωής της (άφησε την τελευταία της πνοή στις 13/2/2001): «επιμένω ότι περισσότεροι κίνδυνοι βρίσκονται στην επιφάνεια της γης. Τα 10 κατάγματα, από τα 17 που έπαθα συνολικά, ήταν σε ένα πεζοδρόμιο στην πλατεία Ομονοίας, όταν με χτύπησε λεωφορείο.
»Έσπασα τη σπονδυλική μου στήλη και το κρανίο μου και έπεσα σε αφασία. Έπειτα από 22 μέρες όμως επέστρεψα στην ενεργό δράση!».
Η Άννα Μινάρδου ήταν σίγουρα από άλλη πάστα. Γεννημένη στη Σμύρνη στις αρχές του 20ού αιώνα, γνωρίζει σε ηλικία 17 ετών τον (επίσης Σμυρνιό, με καταγωγή από τα Κύθηρα) Γιάννη Πετρόχειλο, ο οποίος είχε γεννηθεί το 1900 και ήταν ήδη απόφοιτος της Φυσικομαθηματικής Σχολής του ΕΚΠΑ και δεινός ορειβάτης. Παντρεύτηκαν το 1930, και αποτέλεσαν ένα ζευγάρι ιδανικό όχι μόνο στην προσωπική τους ζωή (έμειναν μαζί μέχρι το πρόωρο τέλος του ΓΠ σε ηλικία 60 ετών), αλλά και σε ό,τι αφορά την ελληνική σπηλαιολογία.

Το πώς γνωρίστηκαν και την κοινή τους δράση περιγράφει σε ανάρτησή της η ΕΣΤΙΑ Νέας Σμύρνης:1
Ο Γιάννης Πετρόχειλος γεννήθηκε στη Σμύρνη το 1900. Ήταν γιος του Στέφανου Πετρόχειλου και της Κατερίνας Στάη. […] Γνώρισε την Άννα Μινάρδου όταν ασχολήθηκε με την ορειβασία. Ο δυναμισμός και το θάρρος της Άννας τον συνεπήρε. Η Άννα Μινάρδου ήταν η πρώτη Ελληνίδα που ανέβηκε στην κορυφή Μύτικας (2.917μ.) του Ολύμπου μαζί με την Αμαλία Καλιαμπέτσου. Η Άννα ήταν κι εκείνη Σμυρνιά.
Στις φλέβες της κυλούσε προγονικό αίμα που το διασταύρωναν καταβολές καλλιτεχνών της Τήνου, αγωνιστών του Μεσολογγίου του ’21 και της ένδοξης οικογένειας του στρατηγού Βούρβαχη.
Η Άννα μόχθησε πολύ στη ζωή της, έχοντας πάντοτε σαν έμβλημα το «υπηρετείν». Ακριβώς αυτό! Να υπηρετεί την Επιστήμη και την Πατρίδα.
Ο Γιάννης Πετρόχειλος την ερωτεύτηκε και την παντρεύτηκε το 1930. Την ίδια χρονιά εκείνος διορίστηκε φυσικός στο Γυμνάσιο Κυθήρων και πήγαν μαζί στο νησί. Όλα ξεκίνησαν εκεί για τον Γιάννη και την Άννα που σε λίγο θα κατακτούσαν τον κόσμο της σπηλαιολογίας. Από τις πρώτες περιπέτειες στο νησί ήταν το σπήλαιο Αγίας Σοφίας Μυλοποτάμου το οποίο τους ενθουσίασε με τον πλούσιο διάκοσμό του, τη δομή και τη γενικότερη μορφολογία του. Είδαν μπροστά τους έναν θησαυρό που μπορούσε να αξιοποιηθεί τουριστικά και λυτρωτικά για την οικονομία του νησιού.

Την ίδια εποχή η σπηλαιολογία στην Ελλάδα δεν είχε αναπτυχθεί επιστημονικά όπως σε άλλες χώρες. Λίγο μετά, ο Γιάννης Πετρόχειλος κέρδισε υποτροφία από το υπουργείο Παιδείας και έφυγε να σπουδάσει γεωλογία, γεωγραφία και ανθρωπολογία στο πανεπιστήμιο της Σορβόννης του Παρισίου. Μαζί του πήγε και η Άννα η οποία παρακολούθησε ως ακροάτρια όλο τον ακαδημαϊκό κύκλο σπουδών.
Επέστρεψαν στα Κύθηρα εκείνος ως καθηγητής πάλι στο Γυμνάσιο.
Τότε το ζευγάρι αφιερώθηκε καθολικά στη σπηλαιολογία, κουβαλώντας τόσες γνώσεις και εμπειρίες από την παραμονή του στην Ευρώπη. Το 1935 εκδόθηκε ο «χάρτης των Κυθήρων» του Γιάννη Πετροχείλου. […]

Ο Γιάννης και η Άννα Πετροχείλου συνέβαλαν καταλυτικά στην ανάπτυξη της σπηλαιολογίας στην Ελλάδα και έβαλαν τις βάσεις για την ίδρυση της Ελληνικής Σπηλαιολογικής Εταιρείας, της οποίας υπήρξαν ιδρυτικά μέλη.
Επίσης συνέβαλαν καθοριστικά στη μόνιμη αντιπροσώπευση της χώρας μας στη Διεθνή Σπηλαιολογική Επιτροπή το 1949, παρά τις αρχικές αντιρρήσεις των άλλων κρατών μελών.

Η παρουσίαση της σπηλαιολογικής έρευνας από τον Γιάννη Πετρόχειλο, μετά από τέσσερα χρόνια, το 1953 στο Παρίσι, απέσπασε τα καλύτερα σχόλια ως προς την πρόοδο και απόδοση της χώρας μας καθώς και αναγνώριση στο έργο τους.
Η Άννα Πετροχείλου ήταν η σύντροφος, η συνεργάτης και ο υποστηρικτής στη ζωή του Γιάννη Πετρόχειλου. Μαζί εξερεύνησαν τα σπήλαια της Ελλάδος. Μαζί περπατήσανε στις πιο απόκρημνες πλαγιές της Ελλάδας και της Ευρώπης. Μαζί δουλέψανε για τη χαρτογράφηση, καταγραφή και ανάδειξη των ελληνικών σπηλαίων. Μετά το θάνατό του συνέχισε πιστά το κοινό τους έργο, που είχαν μέχρι τότε δημιουργήσει μαζί. […]
Το ρεκόρ της είναι το σπήλαιο Tanetal Hohle της Αυστρίας με μήκος 8.500 μ. και βάθος 400 μ. με δύο διανυκτερεύσεις στα 6.000 μ. μήκος και 350 μ. βάθος. Με θερμοκρασία 0°C και 100% υγρασία.
Για την προσφορά της στην Σπηλαιολογική έρευνα τιμήθηκε με αρκετές διακρίσεις.
Βραβεύτηκε το 1976 από την Ακαδημία Αθηνών για το μεγάλο της έργο και τιμήθηκε ξανά στις 17 Ιανουαρίου 2001, από τον Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας Κωνσταντίνο Στεφανόπουλο με τον Χρυσό Σταυρό του Τάγματος του Φοίνικος, την υψηλότερη τιμή που μπορεί να δώσει σε πολίτη η Ελληνική Δημοκρατία.

Ένα ζευγάρι από τα πιο όμορφα, ένα ιδανικό, γεμάτο αγάπη ζευγάρι έμεινε στην ιστορία γράφοντας φωτεινές σελίδες για την ελληνική σπηλαιολογία.
Το 1998, πάλι στην εφ. Τα Νέα, η ΑΠ κλήθηκε να απαντήσει σε «30 Ερωτήσεις» (αυτός ήταν ο τίτλος της στήλης). Αντιγράφουμε μερικές από τις πιο χαρακτηριστικές της προσωπικότητάς της:
ΕΡ.: Θυμάστε την πρώτη σας αποστολή;
ΑΠ.: Απόλυτα. Ήταν στο Σπήλαιο Πανός στην Κερατέα, όντας εγώ ανήλικη την εποχή εκείνη.
ΕΡ.: Την τελευταία;
ΑΠ.: Το 1996-’97, στη Γλυφάδα Διρού.
ΕΡ.: Πιστέψατε ποτέ έστω κι έναν από τους θρύλους που συνδέονται με τα σπήλαια;
ΑΠ.: Κάθε άλλο. Όμως λατρεύω όλους τους θρύλους και τις παραδόσεις γύρω από αυτά.

ΕΡ.: Υπάρχει κάποιο σπήλαιο που θα θέλατε να εξερευνήσετε και δεν τα καταφέρατε;
ΑΠ.: Δεν ξέρω τι θα πει αυτό!
ΕΡ.: Βρήκατε ποτέ κάποιον κρυμμένο θησαυρό;
ΑΠ.: Βεβαίως. Το ίδιο το σπήλαιο.
ΕΡ.: Προφανώς έχετε την περιπέτεια στο αίμα σας;
ΑΠ.: Ίσως. Γιατί κατάγομαι από αγωνιστή του ’21, τον Βούρβαχη.
ΕΡ.: Ποια ήταν η πιο συχνή ερώτηση που σας έκαναν, μετά την εξερεύνηση ενός σπηλαίου;
ΑΠ.: Μα δεν φοβάστε, κ. Πετρόχειλου, που μπαίνετε εκεί μέσα;.
ΕΡ.: Και εσείς τι απαντούσατε;
ΑΠ.: Μα, είμαι άντρας να φοβάμαι;
ΕΡ.: Είστε άνθρωπος της φύσης. Τι σας έκανε να μένετε στην Αθήνα;
ΑΠ.: Η Αθήνα είναι η κεντρική μου κατοικία. Τον περισσότερο καιρό τον έχω περάσει κάτω από τη γη, οπότε όταν πεθάνω… δεν θα νιώσω καμιά ιδιαίτερη εντύπωση!
Και μετά από αυτήν την απάντηση, η εξήγηση: Αφορμή γι’ αυτό το άρθρο στάθηκε ο τάφος της Άννας Πετροχείλου στο Α’ Νεκροταφείο Αθηνών. Σε κάποια από τις βόλτες μας εκεί (γιατί τα μνημεία γι’ αυτό υπάρχουν), παρατηρήσαμε μια προτομή διαφορετική από όλες τις άλλες. Σίγουρα υπάρχουν αρκετές γυναικείες προτομές στο Κοιμητήριο, αυτή όμως ξεχωρίζει – και μας έδωσε το ερέθισμα να γνωρίσουμε μια εκπληκτική γυναίκα που πριν από 100 χρόνια έκανε πράγματα αδιανόητα.

















