Θεέ μ’… ποίσον με ίντιαν θέλ’τς… Μόνον ’ς σον τόπο μ’ άφ’ς με!
Άφ’ς με αδά να θάφκουμαι ’ς σον τόπον ντ’ εγεννέθα,
’ς σο μνήμαν όμπου έθαψα την μάνα μ’ και τον κύρη μ’…
[Θεέ μου… κάνε με ό,τι θες… Μόνο στον τόπο μου άσ’ με! / Άσε με εδώ για να ταφώ στον τόπο που μ’ εγέννα, / στο μνήμα όπου έθαψα τη μάνα και τον κύρη μ’…]
Αυτοί οι στίχοι του Φίλωνα Κτενίδη από το έπος του «Η καμπάνα του Πόντου» θα μπορούσαν να συνοψίσουν τη ζωή –αλλά κυρίως το θάνατο– του Ελευθέριου Ελευθεριάδη, του σπουδαίου Πόντιου που αφού διέπρεψε στον ελλαδικό χώρο με κάθε μία από τις ουκ ολίγες ιδιότητες που είχε (μαθηματικός, βουλευτής, αυτοδιοικητικός, στρατιώτης στο αλβανικό μέτωπο, συγγραφέας, εκδότης κ.ά.), άφησε την τελευταία του πνοή σαν σήμερα στα χώματα της Τραπεζούντας, κατά την τελευταία του επίσκεψη στην πάτρια γη το 1988.
Ο Ελευθέριος Ελευθεριάδης είχε γεννηθεί το 1910 στη Λαραχανή της Ματσούκας. Ο πατέρας του, Ευστάθιος, ήταν δάσκαλος. Έζησε τη φρίκη των αμελέ ταμπουρού και τελικά θανατώθηκε από τους Τούρκους το 1922.
Κατά την ανταλλαγή των πληθυσμών του 1923 η οικογένεια ακολούθησε το δρόμο του ξεριζωμού, αλλά στην πορεία ξεκληρίστηκε. Κατά την καραντίνα στα υπόγεια της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης πέθαναν, σε διάστημα μίας εβδομάδας, η μάνα και τα τέσσερα αδέλφια του Ελευθεριάδη. Εκείνος έζησε ως το 1925 σε ορφανοτροφείο στην Πρίγκηπο, και μετά την ανταλλαγή των Κωνσταντινουπολιτών βρέθηκε στα απολυμαντήρια της Καλαμαριάς, από εκεί στον Άγιο Δημήτριο Κοζάνης –όπου είχαν βρει καταφύγιο και άλλοι πρόσφυγες από τη Λαραχανή– και τελικά στο Εθνικό Οικοτροφείο Γρεβενών.
Κατά την παραμονή του στο Οικοτροφείο ολοκλήρωσε τις γυμνασιακές σπουδές του και αποφοίτησε με τον πρώτο βαθμό της τάξης του, γεγονός που του εξασφάλισε το Βραβείο Επιμέλειας και Χρηστότητας της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών Θεσσαλονίκης.
Το 1939 πήρε το πτυχίο του από το τμήμα Μαθηματικών της Φυσικομαθηματικής Σχολής του ΑΠΘ, και έναν χρόνο αργότερα, το 1940, υπηρέτησε στο αλβανικό μέτωπο ως έφεδρος ανθυπολοχαγός – τιμήθηκε μάλιστα για την ανδρεία του με τον πολεμικό σταυρό. Τις εμπειρίες του από τον πόλεμο τις κατέγραψε στο τρίτομο έργο Ημερολογιακές σημειώσεις απ’ τον Ελληνοϊταλικό πόλεμο της Αλβανίας.
Από το 1952 έως το 1981 ακολούθησε πολιτική σταδιοδρομία. Την τετραετία 1952-56 χρημάτισε βουλευτής Πιερίας με τον συνδυασμό των κομμάτων ΕΠΕ-Φιλελευθέρων, και από το 1974 έως το 1981 (οπότε δεν κατάφερε να επανεκλεγεί), με τη Νέα Δημοκρατία του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Ενδιάμεσα ασχολήθηκε και με την Τοπική Αυτοδιοίκηση (το διάστημα 1959-64 διατέλεσε πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου της Κατερίνης).
Οι πολλές ιδιότητες ενός αεικίνητου (ποντιακού) πνεύματος
Ο Ελευθέριος Ελευθεριάδης, πνεύμα ανήσυχο και πολυδιάστατο, είχε αποφοιτήσει και από τη Δραματική Σχολή του Κρατικού Ωδείου Θεσσαλονίκης, ενώ, όπως παραδίδει η Εγκυκλοπαίδεια του ποντιακού ελληνισμού, είχε διατελέσει γενικός διευθυντής των Σχολών Ιατρικών Επαγγελμάτων «Ο Γαληνός».
Στην Κατερίνη, όπου εγκαταστάθηκε αργότερα, διατέλεσε πρώτος διευθυντής του ΙΚΑ από το 1950 ως το 1952, και διευθυντής και εκδότης της εβδομαδιαίας εφημερίδας Ο Θαρραλέος.
Στη δημοσιογραφική ατζέντα του υπήρχε ήδη η ένα στρατιωτικό έντυπο, η Φωνή του εθνοφρουρού που εξέδιδε το 71ο Τάγμα Εθνοφρουράς.
Ο οργανωμένος ποντιακός χώρος
Το 1972 ιδρύθηκε η Πανελλήνια Ένωση Ποντιακών Σωματείων (ΠΕΠΣ) –προκάτοχος της σημερινής Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ποντιακών Σωματείων (ΠΟΠΣ)–, και ο Ελευθεριάδης εξελέγη γενικός γραμματέας σε ένα Διοικητικό Συμβούλιο λαμπρών ονομάτων: Άννα Θεοφυλάκτου πρόεδρος, Γιάννης Αγγελίδης α’ αντιπρόεδρος, Ηλίας Τσιρκινίδης β’ αντιπρόεδρος, Σίμος Ευθυμιάδης ταμίας, και διοικητικά μέλη οι: Μιχάλης Κερεμίδης, Χαράλαμπος Κιαγχίδης, Γιάννης Μωυσιάδης και Παναγιώτης Τανιμανίδης.
Για σύντομο διάστημα (από το 1987) υπήρξε επίτιμος πρόεδρος της ΠΕΠΣ, ενώ επίτιμο μέλος ήταν στον Ποντιακό Σύλλογο «Υψηλάντης» της Νέας Τραπεζούντας, και μέχρι το 1987 συμμετείχε σε όλα τα ΔΣ του Ιερού Πανελλήνιου Ιδρύματος της Παναγίας Σουμελά, του οποίου υπήρξε από τα ιδρυτικά μέλη και στενός συνεργάτης του Φίλωνα Κτενίδη.
Το πλούσιο συγγραφικό έργο
Την υπογραφή του Ελ. Ελευθεριάδη φέρουν τα θεατρικά έργα Το στύμνωμα – Ή Του διαβόλ’ το θυμίαμα (βραβείο στον 1ο διαγωνισμό συγγραφής θεατρικών έργων στα ποντιακά), Μαρία Γκιούλ-Μπαχάρ, ‘Σ ση Ρωμανία δέβα – Ή ’Σ σα σκάλας τ’ Εμίρ Αγά (βραβείο στον 2ο διαγωνισμό συγγραφής θεατρικών έργων στα ποντιακά), Του κουνί’ το χάραγμαν και Εν τούτω νίκα στην ποντιακή διάλεκτο, και το Δαβίδ ο Κομνηνός – Τελευταίος αυτοκράτορας της Τραπεζούντας στη νεοελληνική.
Μετά θάνατον εκδόθηκε το βιβλίο του Λαογραφικά Λαραχανής (εκδ. Καλλιτεχνικού Οργανισμού Ποντίων Αθηνών, 1992), και οι ταξιδιωτικές αναμνήσεις του στο Πόντος, επιστροφή στην Ιθάκη – Οδοιπορικό μνήμης και γεωγραφίας (εκδ. Κυριακίδη, 2004).
Τον Αύγουστο του 1988 ο Ελευθεριάδης ταξίδεψε τρίτη φορά στον Πόντο, για τη γιορτή της Κοίμησης της Θεοτόκου.
Μία μέρα αργότερα, η καρδιά του τον πρόδωσε. Η ταφή του έγινε στην Παναγία Σουμελά στο Βέρμιο, όπως ήταν η επιθυμία του.
Ο θάνατός του ενέπνευσε τον Κώστα Διαμαντίδη, που έγραψε το συγκλονιστικό πολύστιχο ποίημα «’Σ σον Λευτέρ’»:
Πόσον εζέλεψα Λευτέρ’
τον θάνατον τ’ εσόν-ι!
Νασάν εσέν που έσκισες
κ’ επήες ’ς σην Πατρίδαν!
Τάμαν είχες κ’ εποίκες α’,
εκεί ν’ αφήντς το ψόπο σ’,
εκεί ’ς σ’ άγια τα χώματα
τα καταματωμένα.
[…]
[Ολόκληρο το ποίημα στο pontianlyrics.gr]