Στο πολύ ενδιαφέρον άρθρο «Ιδιωματισμοί της ποντιακής διαλέκτου» (Ποντιακή Εστία, 1955) γράφει μεταξύ άλλων ο Παντελής Μελανοφρύδης:
Κατ’ αυτάς όλοι διαβάζομε για τις εορτές της Επιδαύρου και τον Ασκληπιόν. Κανείς όμως δεν υποπτεύεται ότι η ρίζα του ονόματος του θεού της ιατρικής διεσώθη μόνον εις τον Πόντον.
Σκλέπα σημαίνει κακή, ανίατη και αηδής πληγή.
Λέγεται στον Πόντο: Το κεφάλ’ν ατ’ σκλέπας έν’ γομάτον. Σκλεπέας = ο πλήρης σκλέπας, γεμάτος πληγές, βρώμικος. Έτσι παράγονται και τα παρόμοια: Μαλέας, τσιλτέας, σαφλέας, σαχλέας κ.ο.κ.
Λέγεται στον Πόντο: Δέβα τα σκλέπας ισ’ καθάρτσον. Στο θηλυκό γένος λέγεται: σκλεπαρού και σκλεπαρία.
Ασκληπιός λοιπόν είναι ο θεός ο θεραπεύων τας σκλέπας, ο ιατρός των πληγών.
≈
Ο Άνθιμος Παπαδόπουλος, ωστόσο, στο Ιστορικόν λεξικόν της ποντικής διαλέκτου δίνει και μια δεύτερη ερμηνεία: Εκτός από «Πληγή πυορροούσα», η λέξη σκλέπα (και σκλεπάτσιν) σημαίνει και κασίδα, ενώ ο σκλεπέας (και σκλεπάρης) είναι ο κασιδιάρης, αυτός που είναι γεμάτος πληγές με πύον, αλλά και ο άχρηστος («ο εις ουδέν χρήσιμος», όπως γράφει ο ΑΠ)!
Γι’ αυτόν που κατηγορεί τον άλλον για ελαττώματα που έχει ο ίδιος, υπάρχει η παροιμία «Ο σκλεπέας τον σκλεπέαν καρκαπούτ’ λέει» (κατά το «είπε ο γάιδαρος τον πετεινό κεφάλα»).
Στο λεξικό βρίσκουμε επίσης και την ομόρριζη λέξη σκλεπίνος, που σημαίνει ευτελής, πρόστυχος.