Η «περικαλλής και ένδοξος πόλις, η βασιλίς των πόλεων», πρωτεύουσα της Αυτοκρατορίας των Κομνηνών, η μεγαλύτερη σε πληθυσμό πόλη του Πόντου στα μέσα του 19ου αιώνα και έδρα του ομώνυμου βιλαετίου. Αυτή ήταν η Τραπεζούντα πριν από τη Γενοκτονία και τον ξεριζωμό, ένα διαμετακομιστικό κέντρο διεθνούς ενδιαφέροντος και εμβέλειας, με τους Έλληνες και τους Αρμένιους να έχουν δεσπόζουσα θέση.
Ακόμα και όταν η πόλη έπαψε να είναι επίκεντρο του διεθνούς εμπορίου δεν έλειψαν οι προοπτικές ανάπτυξης για τη διαμορφούμενη αστική τάξη. Χαρακτηριστική είναι η αλλαγή στους οικονομικούς προσανατολισμούς σημαντικών μέχρι το τέλος της δεκαετίας του 1870 εμπορικών οίκων της Τραπεζούντας.
Οι εμπορικοί οίκοι των Γ. Καπαγιαννίδη, αδερφών Φωστηρόπουλων, Κ.Α. Θεοφυλάκτου και Α. Λεοντίδου διοχέτευσαν τις δραστηριότητές τους και στον χρηματοπιστωτικό κλάδο. Σ’ αυτούς ανήκαν οι τρεις από τις πέντε συνολικά τράπεζες της πόλης. Σε ελληνικά, επίσης, χέρια βρισκόταν η Τράπεζα Αθηνών, ενώ στην Οθωμανική Τράπεζα υπήρχαν Έλληνες υπάλληλοι.
Αυτή η γοητευτική μπουρζουαζία μάς έχει χαρίσει μερικές ιστορικές φωτογραφίες. Σύμφωνα με τουρκική πηγή, στην κεντρική διακρίνονται ο Κωνσταντίνος Καπαγιαννίδης και ο Κωστάκης Θεοφύλακτος μαζί με άλλους πλούσιους Ρωμιούς να πηγαίνουν ενδεχομένως στην περίφημη έπαυλη Καπαγιαννίδη, σήμερα Περίπτερο του Ατατούρκ, καθώς το οίκημα παραχωρήθηκε στον Μουσταφά Κεμάλ ως δώρο το 1937.
Ο λόγος του Σογούκ-σου, δηλαδή το Κρυονέρι, 8 χλμ από το κέντρο της πόλης, ήταν το καλοκαιρινό θέρετρο των αστών της Τραπεζούντας.