Η διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης και του Συμφώνου της Βαρσοβίας, σήμανε και το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, στη διάρκεια του οποίου υπήρχε μια στατικότητα στο διεθνές σκηνικό. Ακολούθησε η παντοκρατορία των ΗΠΑ για ένα διάστημα περίπου δύο δεκαετιών, για να φθάσουμε στα μέσα της προηγούμενης δεκαετίας στην ανάδειξη νέων πόλων ισχύος στο διεθνές σύστημα, που θέτουν εν αμφιβόλω την αμερικανική παντοκρατορία και δημιουργούσαν τις προϋποθέσεις για τη μετάβαση σε έναν πολυπολικό κόσμο.
Όταν μιλάμε για πολυπολικό κόσμο, μιλάμε για περιφερειακές δυνάμεις που θα ασκούν επιρροή σε περιοχές που θα κατοχυρώσουν μέσω μιας πολύπλοκης διαδικασίας, δηλαδή με οικονομική εξάρτηση και με ένα μίγμα σκληρής και ήπιας ισχύος.
Σε κάθε περίπτωση η ΕΕ είναι ένας από τους πόλους του νέου παγκόσμιου συστήματος, όμως από την Ένωση λείπει η συγκροτημένη ενιαία πολιτική άμυνας και ασφάλειας, δηλαδή άσκησης επιρροής διά της επίδειξης ή επίκλησης σκληρής ισχύος, γεγονός που καθιστά την Κύπρο και την Ελλάδα ευάλωτες σε επιρροή μιας άλλης περιφερειακής δύναμης.
Η Τουρκία είναι γνωστό ότι διεκδικεί έναν τέτοιον ρόλο, αυτόν της περιφερειακής δύναμης, μέσω του τρίπτυχου παντουρκισμός-πανισλαμισμός-νεοοθωμανισμός. Με βάση το δόγμα που νεοοθωμανισμού η Άγκυρα επιδιώκει χρόνια τώρα να θέσει υπό την σφαίρα επιρροής της την Κύπρο και την Ελλάδα,
- μέσω της ανάδειξης μνημείων της οθωμανικής περιόδου
- του εμπορίου και των ετεροβαρών οικονομικών σχέσεων
- της εργαλειοποίησης των μουσουλμάνων παράνομων μεταναστών που στέλνει στην Κύπρο και την Ελλάδα
- της «Γαλάζιας Πατρίδας»
- του τουρκολυβικού μνημονίου
- αλλά και των λοιπών παράλογων και παρανοϊκών διεκδικήσεων εις βάρος των δύο κρατών του Ελληνισμού, διεκδικήσεις που δείχνει με κάθε τρόπο ότι είναι διατεθειμένη να υποστηρίξει με επίδειξη και επίκληση στρατιωτικής ισχύος.
Μάλιστα, υπάρχουν ενδείξεις ότι μέρος του πολιτικού, ακαδημαϊκού και δημοσιογραφικού κατεστημένου έχει σχεδόν αποδεχτεί αυτήν την σχέση, κάτι που δεν παραλείπει να το δείχνει είτε μέσω πολιτικών που επιλέγει να υιοθετήσει έναντι της Τουρκίας, είτε μέσω αρθρογραφίας.
Όσον αφορά το διεθνές σύστημα, η περίοδος που διάγουμε είναι μια μεταβατική περίοδος προς αυτό το πολυπολικό σύστημα και αυτό σημαίνει ρευστότητα, μέχρι να ολοκληρωθεί η διαμόρφωσή του.
Η άνοδος του Ντόναλντ Τραμπ και η επικράτηση αρχών που στηρίζονται κυρίως στις οικονομικές σχέσεις και συμφέροντα στην άσκηση της εξωτερικής πολιτικής και της διαμόρφωσης των διεθνών σχέσεων, καθιστούν ακόμα πιο δύσκολη την προβλεψιμότητα, που ούτως ή άλλως είναι δυσχερής λόγω της ρευστότητας.
Για να έλθουμε στα στενά δικά μας, όπως είναι και ο τίτλος της στήλης, αυτός ήταν και ο λόγος που ο Ντόναλντ Τραμπ, παρόλο που είναι πλέον θεσμικά κατοχυρωμένη η αναγνώριση της Γενοκτονίας που υπέστησαν οι Αρμένιοι από νεότουρκους και κεμαλικούς, απέφυγε να αναφέρει τη λέξη γενοκτονία, στις 24 Απριλίου, που είναι η επέτειος της Γενοκτονίας των Αρμενίων.
Αυτό σημαίνει ότι ο αγώνας για τη διεθνοποίηση και διεθνή αναγνώριση της Γενοκτονίας γίνεται ακόμα δυσκολότερος σε σχέση με το εγγύς παρελθόν.
Επίσης, ο αγώνας δυσχεραίνεται από την ελληνοτουρκική προσέγγιση, που ανεξαρτήτως των επιδιώξεων εκείνων που τη σχεδίασαν και την υλοποιούν, οδηγούν την Ελλάδα κάτω από την «φτερούγα» της Τουρκίας. Το ενδιαφέρον δε είναι ότι ότι η ελληνική κυβέρνηση φαίνεται πως είναι αποφασισμένη να συνεχίσει να υποστηρίζει. Και όπως αντιλαμβάνεται ο καθείς εξ ημών, δεδομένης της αρνητικής στάσης της Τουρκίας και του ιδίου του Ερντογάν για το θέμα της Γενοκτονίας, δεν είναι δυνατόν να συνυπάρχουν η ελληνοτουρκική προσέγγιση και η επίσημη υποστήριξη από την κυβέρνηση του αγώνα της διεθνοποίησης της Γενοκτονίας.
Οπότε το βάρος πέφτει στις πλάτες ημών που αφ’ ενός μεν δεν θέλουμε, μετά από 200 χρόνια να ξαναμπούμε κάτω από την «φτερούγα» των νεοοθωμανών του Ερντογάν και αφετέρου έχουμε χρέος να συνεχίσουμε τον αγώνα έστω και κάτω από δυσχερείς συνθήκες, που πάντως δεν είναι δυσχερέστερες εκείνων που επικρατούσαν το 1821.
Οπότε, αυτό που μας μένει είναι να αναλύσουμε με μεγάλη προσοχή την μεταβαλλόμενη διεθνή κατάσταση αλλά και την κατάσταση που επικρατεί στις ελληνοτουρκικές σχέσεις και να συνεχίσουμε τον αγώνα μας.
Και αυτό θα κάνουμε.
Αυτό επιβάλλει το χρέος.