Περίπου 1.000 υποστηρικτές της Ακροδεξιάς συγκεντρώθηκαν χθες το βράδυ στο Κέμνιτς της Σαξονίας στη Γερμανία για να διαδηλώσουν κατά της μεταναστευτικής πολιτικής της Γερμανίδας καγκελαρίου Άνγκελας Μέρκελ με αφορμή τη δολοφονία ενός 35χρονου άνδρα από δύο νεαρούς, έναν Σύρο και έναν Ιρακινό, την περασμένη Κυριακή.
Η ατμόσφαιρα στη διαδήλωση ήταν τεταμένη, όμως δεν σημειώθηκαν επεισόδια, όπως είχε γίνει σε προηγούμενη κινητοποίηση στο Κέμνιτς τη Δευτέρα, επισήμανε η αστυνομία.
Ωστόσο αυτή δεν ήταν η τελευταία διαδήλωση που οργανώνεται στην πόλη αυτή της ανατολικής Γερμανίας, με πολλές κινητοποιήσεις να είναι προγραμματισμένες – μεταξύ των οποίων και μια σιωπηλή πορεία αύριο από το ακροδεξιό κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) και το αντιισλαμικό κίνημα PEGIDA (Πατριώτες Ευρωπαίοι ενάντια στην Ισλαμοποίηση της Δύσης).
Οι διαδηλωτές χθες διαμαρτυρήθηκαν για την αδράνεια, όπως την χαρακτήρισαν, της αστυνομίας μπροστά στα εγκλήματα που διαπράττουν μετανάστες, και επέκριναν την κυβέρνηση της Σαξονίας.
Από τη διαδήλωση της 27ης Αυγούστου (φωτ.: EPA / Filip Singer)
Νωρίτερα ο υπουργός Εσωτερικών του κρατιδίου Ρόλαντ Βέλερ δήλωσε ότι στόχος της αστυνομίας είναι «να διατηρήσει το νόμο και την τάξη με ήρεμο και διακριτικό τρόπο. Δεν θα επιτρέψουμε σε ανθρώπους που είναι έτοιμοι να κάνουν χρήση βίας να καταλάβουν τους δρόμους».
Η κατάσταση έχει φέρει σε δύσκολη θέση και τις αστυνομικές και δικαστικές Αρχές της Σαξονίας που αντιμετωπίζουν εδώ και μερικές ημέρες κατηγορίες περί «σύμπραξης» με την Ακροδεξιά.
Ένας σωφρονιστικός υπάλληλος αποκάλυψε χθες το βράδυ ότι εκείνος ευθύνεται για τη διαρροή στον Τύπο των απόρρητων δικαστικών εγγράφων που αφορούν την έρευνα για τη δολοφονία. Στην ανακοίνωσή του, που δόθηκε στη δημοσιότητα από τον δικηγόρο του, ο υπάλληλος του υπουργείου Δικαιοσύνης της Σαξονίας Ντάνιελ Τσάμπελ αναφέρει ότι ήθελε με αυτόν τον τρόπο «να μάθει το κοινό τι συνέβη» και κατηγόρησε τα μέσα ενημέρωσης ότι «χειραγωγούν» την αλήθεια και τις Αρχές ότι «ψεύδονται».
(Φωτ.: EPA / Filip Singer)
Η πόλη στα πρόθυρα νευρικής κρίσης
Στο Κέμνιτς τα νεύρα είναι τεντωμένα και ο διάλογος επίπονος μετά τα ρατσιστικά επεισόδια που ακολούθησαν το φόνο ενός Γερμανού την Κυριακή από δύο μετανάστες.
«Δεν είμαστε όλοι Ναζί», δηλώνει αναστενάζοντας η 60χρονη Ρίτα Ταλ. «Όλα όσα ακούμε και βλέπουμε για το Κέμνιτς δεν αντικατοπτρίζουν την πραγματικότητα», προσθέτει η φαρμακοποιός που ζει εδώ και 50 χρόνια στην πόλη, περιμένοντας να εισέλθει στο στάδιο όπου πραγματοποιήθηκε χθες το φόρουμ «διαλόγου πολιτών» έπειτα από έκκληση του πρωθυπουργού της Σαξονίας Μίχαελ Κρέτσμερ. Η συνάντηση ήταν προγραμματισμένη εδώ και καιρό, όμως τα πρόσφατα γεγονότα προσέδωσαν αιφνιδιαστικά μια πολύ πιο επίκαιρη τροπή.
Στη συνάντηση παρευρέθηκαν σχεδόν 500 κάτοικοι του Κέμνιτς, ενώ απ’ έξω διαδήλωναν οι περίπου 1.000 υποστηρικτές της Ακροδεξιάς έπειτα από έκκληση της οργάνωσης Pro Chemnitz, τρία μέλη της οποίας συμμετέχουν στο δημοτικό συμβούλιο.
Από μακριά και σε τακτά χρονικά διαστήματα ακουγόταν η κραυγή «φύγετε!», απευθυνόμενη στους πολιτικούς. Και στην αίθουσα του γηπέδου τα πνεύματα ήταν επίσης οξυμένα.
Η δήμαρχος της πόλης Μπάρμπαρα Λούντβιχ, που ανήκει στο Σοσιαλδημοκρατικό κόμμα, δέχθηκε τις αποδοκιμασίες των παρευρισκομένων πολλές φορές στη διάρκεια της ομιλίας της. «Στο Κέμνιτς ταλαντευόμαστε μεταξύ της αγάπης και του μίσους», παρατήρησε.
Ενός λεπτού σιγή κατά τη διάρκεια του φόρουμ (φωτ.: EPA / Jens Schlüter)
«Η πόλη αυτή δεν είναι ακροδεξιά, αυτή η πόλη δεν είναι φαιά», τόνισε από την πλευρά του ο Κρέτσμερ. Όμως εικόνες από τα επεισόδια στο Κέμνιτς, αλλά και τα βίντεο που αναρτήθηκαν σε ιστότοπους κοινωνικής δικτύωσης στα οποία φαίνονται διαδηλωτές να χαιρετούν ναζιστικά, «κυκλοφορούν σε όλο τον κόσμο», επισήμανε.
«Ζούμε καλά στο Κέμνιτς», σημειώνει η Μπρίγκιτ Μέντζελ, μια 59χρονη ασφαλίστρια που επίσης συμμετείχε στο διάλογο των πολιτών.
Το παλιό στάδιο «Καρλ Μαρξ» και οι βιομηχανίες της περιοχής βρέθηκαν κατεστραμμένα μετά την επανένωση της Γερμανίας το 1990, όπως πολλές πόλεις της πρώην Ανατολικής Γερμανίας, όμως πλέον έχει ανακαινιστεί πλήρως παρουσιάζοντας μια καθαρή και πράσινη εικόνα. Ωστόσο η ασφάλεια είναι το βασικό ζήτημα των κατοίκων. «Υπάρχει ένα λανθάνον αίσθημα φόβου, κυρίως στους ηλικιωμένους, το οποίο τροφοδοτεί η Ακροδεξιά», εκτιμά η Ζαμπίνε Κούνριχ, που ασχολείται με ένα κίνημα πολιτών για τη δημοκρατία και την ανεκτικότητα.
Η Μέντζελ παραδέχεται ότι δεν κατανοεί την αιτία των φόβων αυτών. «Οι ξένοι; Δεν υπάρχουν πολλοί εδώ», επισημαίνει, ποσοστό που αντιστοιχεί περίπου στο 7% του πληθυσμού των 246.000 κατοίκων. Σύμφωνα με την ίδια, ο φόνος της Κυριακής είναι σίγουρα «φοβερός», αλλά δεν δικαιολογεί «αυτή την έξαρση μίσους».
(Φωτ.: EPA / Jens Schlüter)
Αντίθετη γνώμη όμως φαίνεται να έχει ένας γείτονάς της που την ακούει να μιλά. «Λέτε ό,τι να ’ναι. Οι άνθρωποι φοβούνται κι έχουν δίκιο. Δεν αφήνω τη 13χρονη κόρη μου να πάει μόνη της στην πόλη», τονίζει. «Πώς μπορείτε να λέτε ότι οι ξένοι δεν είναι πρόβλημα; Δεν είδατε τι συνέβη;», προσθέτει.
Μια 50χρονη γυναίκα φαίνεται να συμφωνεί μαζί του: «Αν το θύμα ήταν παιδί σας, δεν θα αντιδρούσατε με αυτό τον τρόπο!».
- Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ / Ε.Μ.