Τα πολιτικά προβληματιζόμενα στρώματα της τουρκικής κοινωνίας και τους σοβαρούς αρθρογράφους προβληματίζει η διολίσθηση του κυβερνώντος κόμματος AKP σε συνεργασία με τους ακροδεξιούς εθνικιστές στη χώρα, για τις ευρύτερες συνέπειες που μπορεί να έχει. Και η συνεργασία αυτή δεν εξαντλείται στη συμφωνία για τη διαμόρφωση της αναγκαίας πλειοψηφίας στη Βουλή και στο εκλογικό σώμα για να περάσει το Σύνταγμα Ερντογάν που εγκαθιδρύει την ενός ανδρός αρχή και κομματικοποιεί, επισήμως, το κράτος. Παίρνει και διαστάσεις συνεργασίας σε κυβερνητικό επίπεδο.
Το είπε σαφώς ο Τούρκος πρωθυπουργός Γιλντιρίμ Μπιναλί. Δεν αποκλείεται, είπε, να γίνουν υπουργοί στην κυβέρνηση από το MHP.
Μια συνεργασία που δεν επιβάλλεται από τους συσχετισμούς στο Κοινοβούλιο, καθώς το κόμμα του Ερντογάν έχει κοινοβουλευτική αυτοδυναμία.
Ανησυχώντας για τις εξελίξεις, ο αρχηγός της αντιπολίτευσης και ηγέτης του κεμαλικού κόμματος CHP Κιλιτσντάρογλου επισκέφτηκε τον ηγέτη της εθνικιστικής ακροδεξιάς Μεβλούτ Μπαχτσελί και του είπε πως το προεδρικό σύστημα οδηγεί στην ενός ανδρός αρχή και σε ένα κομματικό κράτος. Αλλά ο Μπαχτσελί αδιαφόρησε.
Ο χαιρετισμός των Γκρίζων Λύκων κατά τη διάρκεια διαδήλωσης στο Μόναχο, τον Απρίλιο του 2016 (φωτ.: EPA / Peter Kneffel)
Προσπαθώντας τώρα να διαμορφώσουν τους συσχετισμούς στο εκλογικό σώμα, ο Τούρκος πρωθυπουργός είπε πως στο δημοψήφισμα από τη μια μεριά θα είναι το AKP και το MHP (δηλαδή το κόμμα του Ερντογάν και οι Γκρίζοι Λύκοι), και από την άλλη οι κεμαλιστές με τους κούρδους του HDP, ταυτίζοντάς τους για ευνόητους λόγους και αδιαφορώντας αν τα κίνητρά τους κατά του προεδρικού συστήματος είναι διαφορετικά.
Εκείνο που επιδιώκει το κόμμα του Ερντογάν στο δημοψήφισμα είναι να φέρει τους ισλαμιστές, τους συντηρητικούς, τους εθνικιστές και τους κεντροδεξιούς ψηφοφόρους κάτω από την ίδια στέγη.
Η Τουρκία έχει βιώσει μια σειρά από συνασπισμούς της Δεξιάς στο παρελθόν, ιδίως το τρικομματικό «Εθνικιστικό Μέτωπο» κατά το δεύτερο ήμισυ της δεκαετίας του 1970 μεταξύ της Κεντροδεξιάς, των ισλαμιστών και τουρκικών εθνικιστικών κομμάτων. Ωστόσο, κανένας τέτοιος συνασπισμός δεν παρατηρήθηκε μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα του 1980. Υπήρχε μόνο μια σύντομη κεντροδεξιά-ισλαμική συμμαχία το 1996-97 που ονομαζόταν «Refah-Yol», η οποία όμως παραιτήθηκε από την κυβέρνηση λόγω της πίεσης από το στρατιωτικό και δικαστικό κατεστημένο της εποχής, που χαρακτηρίστηκε «μεταμοντέρνο πραξικόπημα».
Διαμορφώνεται, δηλαδή, στην Τουρκία ένας απροσδιόριστος συνασπισμός που θα ενσωματώσει όλες τις δεξιές-ακροδεξιές τάσεις σε μια εποχή που η ατμόσφαιρα από την απόπειρα πραξικοπήματος είναι ακόμη θερμή και στην Ευρώπη αναπτύσσεται η Ακροδεξιά. Και η εξέλιξη αυτή είναι επικίνδυνη και για την Τουρκία και για την περιοχή.