Τόσο το 2015, όσο και το 2016 αποδείχθηκαν «καταστροφικές» χρονιές για την τουρκική λίρα. Το νόμισμα της γειτονικής χώρας υποχώρησε 15% και 16% αντίστοιχα έναντι του δολαρίου. Το… κακό απειλεί να τριτώσει το 2017, καθώς η λίρα πήρε με άνεση από το πέσο Μεξικού τα σκήπτρα του νομίσματος αναδυόμενης οικονομίας με τις χειρότερες επιδόσεις φέτος, έχοντας ήδη καταγράψει απώλειες της τάξης του 12% έναντι του δολαρίου, υποχωρώντας την Τετάρτη στο ιστορικό χαμηλό των 3,9417 λιρών/δολάριο.
Αντίστοιχα αρνητική ήταν η πορεία της λίρας και έναντι του ευρώ, υποχωρώντας έως τα 4,10 ευρώ/λίρα, καθώς το τουρκικό νόμισμα πλήττεται από ένα «τοξικό κοκτέιλ» που έχει ως βασικά συστατικά την τάση ύφεσης της οικονομίας, την επιδείνωση των συνθηκών ασφαλείας μετά τις αλλεπάλληλες τρομοκρατικές επιθέσεις, και τον προβληματισμό για την οπισθοχώρηση του κράτους δικαίου μετά την αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος του περασμένου Ιουλίου και την προσπάθεια του Ερντογάν να συγκεντρώσει ακόμη περισσότερη εξουσία μέσω της Συνταγματικής Αναθεώρησης.
Η φυγή κεφαλαίων που παρατηρείται από τις περισσότερες αναδυόμενες αγορές του κόσμου λόγω της εντεινόμενης αβεβαιότητας αλλά και των διαφαινόμενων αυξήσεων επιτοκίων του δολαρίου, μετά την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ, καθιστά πιο ελκυστικές τις αμερικανικές αξίες. Η Τουρκία περιλαμβάνεται εδώ και χρόνια μαζί με Βραζιλία, Ινδία, Ινδονησία και Νότια Αφρική στο κλαμπ των «Fragile Five», δηλαδή των αναδυόμενων οικονομιών που θεωρούνται πιο ευάλωτες στην προοπτική ενίσχυσης του δολαρίου, λόγω του υψηλού δανεισμού σε δολάρια και του υψηλού ελλείμματος στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών που συνεπάγεται επικίνδυνη εξάρτηση από τις ροές κεφαλαίων από το εξωτερικό.
Στην παρούσα φάση, η Τουρκία θεωρείται πλέον ειδική περίπτωση, αφού εμφανίζεται ως μακράν η πιο εύθραυστη από όλες τις αναδυόμενες οικονομίες, με τους ξένους επενδυτές να μειώνουν τις θέσεις τους.
Δύο από τους τρεις μεγάλους οίκους αξιολόγησης, η Moody’s και η Standard & Poor’s, υποβάθμισαν τα ομόλογα της γειτονικής χώρας στην βαθμίδα «σκουπίδι» (junk) πέρυσι μετά το πραξικόπημα. Εξέλιξη που συνέβαλε στο ότι τα τουρκικά ομόλογα ξεπέρασαν σε (αρνητική) απόδοση πέρυσι μόνο τα ομόλογα του… Μπελίζ και της Μοζαμβίκης, δυο χώρες που υποχρεώθηκαν να προχωρήσουν σε αναδιάρθρωση χρέους. Η ετυμηγορία του τρίτου της παρέας, της Fitch που διατηρεί ακόμα τα τουρκικά ομόλογα στην επενδυτική βαθμίδα (investment grade) αναμένεται στις 27 του μηνός.
Τρεις ημέρες πριν από την απόφαση της Fitch, συνεδριάζει η Κεντρική Τράπεζα της Τουρκίας (CBRT). Πολλοί αναλυτές εκτιμούν ότι μια μεγάλη αύξηση του βασικού επιτοκίου της λίρας είναι ενδεδειγμένη για να ανακόψει την γρήγορη διολίσθηση του νομίσματος που εγκυμονεί πληθώρα κινδύνων για την χρηματοοικονομική σταθερότητα της χώρας.
Παγιδευμένη η Κεντρική Τράπεζα
Λίγοι ωστόσο πιστεύουν ότι ο Τούρκος κεντρικός τραπεζίτης Μουράτ Τσετίνκαγια θα επιδείξει την πυγμή που απαιτείται, καθώς είναι παγιδευμένος μεταξύ των πιέσεων των αγορών και των πιέσεων του «Σουλτάνου» Ερντογάν που επιθυμεί να διατηρηθεί το κόστος δανεισμού χαμηλό πάση θυσία για να τονωθεί η οικονομική δραστηριότητα. Το έργο του δεν διευκολύνεται διόλου από το γεγονός ότι η κεντρική κυβερνητική γραμμή είναι ότι η τρέχουσα κρίση δεν οφείλεται στην επιδείνωση των οικονομικών συνθηκών, αλλά σε επιθέσεις «ξένων» δυνάμεων που θέλουν να αποσταθεροποιήσουν τη χώρα.
Το πογκρόμ διαρκείας του Ερντογάν μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα έχει παγώσει όχι μόνο τις ξένες επενδύσεις, αλλά και την εγχώρια επιχειρηματική δραστηριότητα. Οπως παρατηρούν οι Financial Times «για τις εταιρείες, ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι αυτός που δεν ομολογείται ανοιχτά: Να φυλακιστούν αύριο οι σημερινοί τους συνεργάτες, να οδηγηθούν σε οικονομική καταστροφή οι προμηθευτές τους και να δαιμονοποιηθούν οι τραπεζίτες τους».