Tο πακέτο των μεταρρυθμίσεων, το οποίο συμφωνήθηκε, θα βοηθήσει την ελληνική οικονομία να αντιμετωπίσει τις ανισορροπίες της, ούτως ώστε να επανέλθει σε βιώσιμη τροχιά ανάπτυξης, υποστηρίζει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Σε σημερινή δήλωση για την Ελλάδα, η Κομισιόν υπενθυμίζει ότι οι προϋποθέσεις που θα συνοδεύουν το πρόγραμμα θα επικαιροποιούνται σε τριμηνιαία βάση, λαμβάνοντας υπόψη την πρόοδο που θα συντελείται στην εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων.
«Η εφαρμογή της μεταρρυθμιστικής ατζέντας θα αποτελέσει τη βάση για τη βιώσιμη ανάκαμψη και οι πολιτικές της βασίζονται σε τέσσερις πυλώνες», τονίζει η Επιτροπή.
Ο πρώτος πυλώνας αφορά την αποκατάσταση της δημοσιονομικής βιωσιμότητας. Σημειώνεται ότι η νέα δημοσιονομική πορεία θα στηρίζεται σε στόχους πρωτογενούς πλεονάσματος ύψους -0,25% του ΑΕΠ το 2015, 0,5% του ΑΕΠ το 2016, 1,75% του ΑΕΠ το 2017 και 3,5% του ΑΕΠ το 2018 και μετά.
Ο δεύτερος πυλώνας αφορά τη διασφάλιση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας. Η Ελλάδα θα λάβει άμεσα επείγοντα βήματα για να αντιμετωπίσει το πρόβλημα των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Επιπλέον η διαδικασία ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών, η οποία θα πρέπει να ολοκληρωθεί πριν από το τέλος του 2015, θα συμβάλει στη σταθερότητα της κατάστασης του τραπεζικού τομέα.
O τρίτος πυλώνας αφορά την ανάπτυξη, την ανταγωνιστικότητα και τις επενδύσεις.
Θα υπάρξει ένα φιλόδοξο πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων και πολιτικές που θα στηρίξουν τις επενδύσεις, ενώ θα εφαρμόσει ένα ευρύ φάσμα μεταρρυθμίσεων στην αγορά εργασίας και στην αγορά προϊόντων (συμπεριλαμβανομένης της αγοράς ενέργειας).
Ο τέταρτος πυλώνας αφορά τον εκσυγχρονισμό του κράτους και της δημόσιας διοίκησης. Ιδιαίτερη προσοχή θα δοθεί στην ενίσχυση της αποτελεσματικότητας του δημόσιου τομέα στην παροχή ουσιαστικών δημόσιων αγαθών και υπηρεσιών.
Όπως τονίζει η Επιτροπή, δίνεται προτεραιότητα σε δράσεις για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και της φορολογικής απάτης.
Όσον αφορά την καταπολέμηση της μακροπρόθεσμης ανεργίας, οι ελληνικές Αρχές, σε συνεργασία με τους Ευρωπαίους εταίρους, θα εφαρμόσουν μέτρα για την ενίσχυση της απασχόλησης με 50.000 θέσεις εργασίας.